Τιμητική παρουσία στην Αρεόπολη της Μάνης για την επέτειο κηρύξεως πολέμου των Μανιατών στις 17/3/1821 εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας
Continue reading (1745)
2,340 total views, 1 views today
Τιμητική παρουσία στην Αρεόπολη της Μάνης για την επέτειο κηρύξεως πολέμου των Μανιατών στις 17/3/1821 εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας
Continue reading (1745)
2,340 total views, 1 views today
Δείτε την παρέλαση του αγήματος στις 25 Μαρτίου 2014 στον Πειραια.
Continue reading (1442)
2,014 total views, 1 views today
Τιμητική παρουσία έξω απο τον Ναό της Αγ.Ειρήνης στην οδό Αιόλου.
Continue reading (1300)
1,507 total views, 1 views today
ΔΗΜΑΡΑΤΟΣ
• ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟΥ ΕΙΠΕ ΟΤΙ Ο ΟΡΟΝΤΗΣ ΤΟΥ ΜΙΛΑΕΙ ΣΚΛΗΡΑ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΟΤΙ ΚΑΚΟ ΚΑΝΟΥΝ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΙΛΟΥΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΥΣΤΗΡΑ.
ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΙΔΑΣ
• ΟΤΑΝ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΗΤΑΝ ΣΙΓΟΥΡΟΣ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕ ΝΑ ΦΥΓΕΙ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΧΡΕΟΣ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΩ ΤΟΝ ΝΟΜΟ, ΝΑ ΝΙΚΗΣΩ Η΄ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ. ΠΕΘΑΙΝΟΝΤΑΣ Η ΣΠΑΡΤΗ ΔΕΝ ΘΑ ΖΗΜΙΩΘΕΙ ΕΝΩ ΑΝ ΥΠΟΧΩΡΗΣΩ ΘΑ ΤΑΠΕΙΝΩΘΕΙ.” ΑΦΟΥ ΟΡΙΣΕ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΗ ΤΟΝ ΚΛΕΑΝΔΡΟ ΣΚΟΤΩΘΗΚΕ ΠΟΛΕΜΩΝΤΑΣ.
ΚΛΕΟΜΕΝΗΣ
• ΣΤΟΥΣ ΠΡΕΣΒΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΑΜΟ ΠΟΥ ΜΑΚΡΟΛΟΓΟΥΣΑΝ ΤΟΥΣ ΕΙΠΕ: “ΑΠΟ ‘ΣΑ ΕΙΠΑΤΕ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΤΑ’ΧΩ ΞΕΧΑΣΕΙ ΚΑΙ ΓΙ’ΑΥΤΟ ΤΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΑ ΔΕΝ ΤΑ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ, ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΕΝ ΤΑ ΕΓΚΡΙΝΩ.”
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΣΟΦΙΣΤΗΣ ΜΙΛΟΥΣΕ ΓΙΑ ΑΝΔΡΕΙΑ ΓΕΛΑΣΕ ΕΝΟΧΛΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΣΟΦΙΣΤΗ. ΤΟΤΕ ΤΟΥ ΕΙΠΕ: “ΜΗΝ ΕΝΟΧΛΕΙΣΑΙ ,ΤΟ ΙΔΙΟ ΘΑ ΕΚΑΝΑ ΚΑΙ ΑΝ ΕΝΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΜΙΛΟΥΣΕ ΓΙ’ΑΥΤΗΝ. ΑΝ ΜΙΛΟΥΣΕ ΟΜΩΣ Ο ΑΕΤΟΣ ΘΑ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΣΙΩΠΗ.”
ΕΠΕΙΔΗ ΟΙ ΑΡΓΕΙΟΙ ΕΛΕΓΑΝ ΠΩΣ ΤΗΝ ΗΤΤΑ ΤΟΥΣ ΘΑ ΤΗΝ ΞΕΠΛΕΝΑΝ ΜΕ -ΝΕΑ ΜΑΧΗ-,ΤΟΥΣ ΕΙΠΕ: “ΑΠΟΡΩ, ΜΕ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΔΥΟ ΛΕΞΕΩΝ ΓΙΝΑΤΕ ΠΙΟ ΓΕΝΝΑΙΟΙ ΑΠΟ ΠΡΙΝ..?”
ΛΑΒΩΤΑΣ
• Ο ΛΑΒΩΤΑΣ ΕΙΠΕ ΣΕ ΕΝΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΝΕΙ ΜΕΓΑΛΟ ΠΡΟΛΟΓΟ, ΑΛΛΑ ΟΣΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΕΧΕΙ ΤΟ ΘΕΜΑ, ΤΟΣΗ ΕΚΤΑΣΗ ΝΑ ΧΕΙ ΚΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ.
ΛΕΩΤΥΧΙΔΗΣ
• ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΡΩΤΗΣΕ ΓΙΑ ΠΙΟ ΛΟΓΟ ΟΙ ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ ΠΙΝΟΥΝ ΛΙΓΟ ΚΡΑΣΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕ “ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΓΙΑ ΜΑΣ.”
ΛΕΟΝΤΑΣ
• ΟΤΑΝ ΡΩΤΗΘΗΚΕ ΣΕ ΠΟΙΑ ΠΟΛΗ ΚΑΠΟΙΟΣ ΘΑ ΖΟΥΣΕ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΟΥΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΟΥΤΕ ΛΙΓΟΤΕΡΑ, ΚΑΙ ΟΠΟΥ ΤΟ ΑΔΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΑΣΘΕΝΙΚΟ.”
ΛΕΩΝΙΔΑΣ
•ΟΤΑΝ ΟΙ ΕΦΟΡΟΙ ΤΟΥ ΕΛΕΓΑΝ ΟΤΙ ΕΚΣΤΡΑΤΕΥΕΙ ΜΕ ΛΙΓΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΠΟΥ ΠΑΜΕ.”
ΚΑΘΩΣ ΠΑΛΙ ΕΚΕΙΝΟΙ ΤΟΥ ΕΙΠΑΝ: “ΜΗΠΩΣ ΕΧΕΙΣ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΑΠΟΚΛΕΙΣΕΙΣ ΤΑ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ?” ΕΚΕΙΝΟΣ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΦΑΙΝΟΜΕΝΙΚΑ, ΑΛΛΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΑΩ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ!”
ΟΤΑΝ ΕΝΑΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΕΙΠΕ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΚΟΝΤΑ ΜΑΣ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΕΚΕΙΝΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΚΡΙΘΗΚΕ: “ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΚΑΙ ‘ΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΟΝΤΑ ΤΟΥΣ”
ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟΥ ΕΙΠΕ “ΛΕΩΝΙΔΑ, ΠΗΓΑΙΝΕΙΣ ΜΕ ΤΟΣΟΥΣ ΛΙΓΟΥΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΣΩΝ ΠΟΛΛΩΝ?”ΤΟΥ ΕΙΠΕ: “ΑΝ ΝΟΜΙΖΕΤΕ ΟΤΙ ΕΓΩ ΘΑ ΠΟΛΕΜΗΣΩ ΣΤΗΡΙΖΟΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΑΡΙΘΜΟ ΔΕΝ ΕΠΑΡΚΕΙ ΟΛΗ Η ΕΛΛΑΔΑ, ΕΠΕΙΔΗ ΟΜΩΣ ΣΤΗΡΙΖΟΜΑΙ ΣΤΙΣ ΑΡΕΤΕΣ, ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΟΣ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΟΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΝ!”
ΚΑΙ ΟΤΑΝ Ο ΞΕΡΞΗΣ ΤΟΥ ΕΣΤΕΙΛΕ ΕΠΙΣΤΟΛΗ, ΠΩΣ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΜΗΝ ΜΑΤΑΙΟΠΟΝΕΙ ΑΛΛΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΜΟΝΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΝ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΩΣΕΙ ΤΑ ΟΠΛΑ° ΕΚΕΙΝΟΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΑΝ ΓΝΩΡΙΖΕΣ ΤΑ ΚΑΛΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, ΘΑ ΑΠΕΦΕΥΓΕΣ ΝΑ ΕΠΙΒΟΥΛΕΥΕΣΑΙ ΤΑ ΑΓΑΘΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ. ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΝΩΤΕΡΟΣ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΓΙΝΩ ΜΟΝΑΡΧΗΣ ΣΤΟΥΣ ΟΜΟΦΥΛΟΥΣ ΜΟΥ.”
ΕΝΩ ΛΟΙΠΟΝ ΗΤΑΝ ΕΤΟΙΜΟΣ ΝΑ ΕΠΙΤΕΘΕΙ, ΟΙ ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΙ ΤΟΥ ΕΙΠΑΝ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ. ΤΟΤΕ ΤΟΥΣ ΡΩΤΗΣΕ: “ΔΕΝ ΗΛΘΑΝ ΑΚΟΜΗ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΠΟΛΕΜΗΣΟΥΝ ; ..”ΥΣΤΕΡΑ ΑΜΕΣΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ..
ΣΤΗΝ ΕΡΩΤΗΣΗ, ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΡΙΣΤΟΙ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΤΟΝ ΕΝΔΟΞΟ ΘΑΝΑΤΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΔΟΞΗ ΖΩΗ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΟ ΘΕΩΡΟΥΝ ΦΥΣΙΚΟ, ΕΝΩ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥΣ.”
ΛΟΧΑΓΟΣ
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
•ΠΡΟΣ ΕΝΑΝ ΚΟΡΙΝΘΙΟ, ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΚΑΧΕΚΤΙΚΟ ΚΑΙ ΜΑΛΘΑΚΟ ΣΩΜΑ, ΠΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕ ΝΑ ΑΝΑΛΑΒΟΥΝ ΠΟΛΕΜΟ ΕΝΑΝΤΙΩΝ ΚΑΠΟΙΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΕΙΠΕ: “ΘΕΛΕΙΣ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙΣ ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΣΟΥ ΝΑ ΜΑΣ ΔΕΙΞΕΙΣ ΜΕ ΠΟΙΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΜΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕΙΣ?”
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΙ ΘΑΥΜΑΖΑΝ ΤΑ ΠΟΛΥΤΕΛΗ ΕΝΔΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΕΙΠΕ: “ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΗΤΑΝ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΞΙΑΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΞΙΑΣ.”
ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ ΠΛΕΙΣΤΟΑΝΑΚΤΟΣ
ΠΕΔΑΡΙΤΟΣ
•ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟΥ ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΩΡΑΙΑ ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΕΝΔΟΞΟΤΕΡΟΙ ΣΚΟΤΩΝΟΝΤΑΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ.”
ΟΤΑΝ ΕΙΔΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΜΑΛΘΑΚΟΣ ΕΙΠΕ: “ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΑΙΝΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΟΥΤΕ ΑΝΤΡΕΣ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΜΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΟΥΤΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΜΕ ΑΝΤΡΕΣ, ΕΚΤΟΣ ΚΙ ΑΝ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΒΡΕΘΕΙ ΣΕ ΑΝΑΓΚΗ..”
ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ
ΧΑΡΙΛΛΟΣ
(3292)
3,701 total views, 2 views today
Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες·
δίκαιοι κ’ ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία·
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.
Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.
Σκέψεις
Ο Καβάφης αξιοποιώντας το ιστορικό γεγονός της μάχης των Θερμοπυλών, (της μάχης ανάμεσα στους Έλληνες και τον πολυάριθμο στρατό του Ξέρξη Α΄, τον Αύγουστο του 480 π.Χ., κατά την οποία οι Σπαρτιάτες έδειξαν υπέρτατη γενναιότητα με την αυτοθυσία τους), συνθέτει ένα ποίημα για να επαινέσει όσους θέτουν στη ζωή τους «Θερμοπύλες», όσους θέτουν δηλαδή κάποιον σημαντικό για εκείνους σκοπό και τον υπερασπίζονται μέχρι τέλους.
Ο ποιητής θεωρεί πως θα πρέπει να τιμούμε τους ανθρώπους που έχουν καθορίσει στη ζωή τους κάποιες σημαντικές αρχές, κάποιους πολύτιμους σκοπούς και φροντίζουν να τους υπερασπιστούν με κάθε τρόπο. Τονίζει πως ακόμη μεγαλύτερη τιμή αξίζει στους ανθρώπους αυτούς όταν ξέρουν πως ο σκοπός για τον οποίο παλεύουν είναι καταδικασμένος. Όταν γνωρίζουν, δηλαδή, ότι παρά τις δικές τους προσπάθειες και θυσίες, στο τέλος θα ηττηθούν και θα επικρατήσει η ανηθικότητα ή οποιαδήποτε άλλη αρνητική έκφανση της ανθρώπινης δράσης.
Όπως συνέβη δηλαδή με τους Σπαρτιάτες που προδόθηκαν από τον Εφιάλτη, έτσι και οι γενναίοι αυτοί άνθρωποι που υπερασπίζονται τις δικές τους Θερμοπύλες, γνωρίζουν συχνά, το προβλέπουν, πως ο αγώνας τους δεν θα ευτυχήσει, εντούτοις παραμένουν ακλόνητοι στις πεποιθήσεις τους και παλεύουν για ό,τι θεωρούν σημαντικό μέχρι τέλους.
Οι Θερμοπύλες, παραμένουν ένα σύμβολο ανοιχτό σε ερμηνείες και μπορούν να εκπροσωπούν οτιδήποτε αξίζει για κάθε άνθρωπο να αγωνιστεί για την υπεράσπισή του. Οι Σπαρτιάτες, φωτεινό παράδειγμα στην αιωνιότητα, με την πράξη τους έδειξαν τι σημαίνει να πιστεύεις σε ιδανικά και στην ίδεα της Ελευθερίας. (2211)
2,448 total views, no views today
Δεν καταδέχονταν η Κρατησίκλεια
ο κόσμος να την δει να κλαίει και να θρηνεί·
και μεγαλοπρεπής εβάδιζε και σιωπηλή.
Τίποτε δεν απόδειχνε η ατάραχη μορφή της
απ’ τον καϋμό και τα τυράννια της.
Μα όσο και νάναι μια στιγμή δεν βάσταξε·
και πριν στο άθλιο πλοίο μπει να πάει στην Aλεξάνδρεια,
πήρε τον υιό της στον ναό του Ποσειδώνος,
και μόνοι σαν βρεθήκαν τον αγκάλιασε
και τον ασπάζονταν, «διαλγούντα», λέγει
ο Πλούταρχος, «και συντεταραγμένον».
Όμως ο δυνατός της χαρακτήρ επάσχισε·
και συνελθούσα η θαυμασία γυναίκα
είπε στον Κλεομένη «Άγε, ω βασιλεύ
Λακεδαιμονίων, όπως, επάν έξω
γενώμεθα, μηδείς ίδη δακρύοντας
ημάς μηδέ ανάξιόν τι της Σπάρτης
ποιούντας. Τούτο γαρ εφ’ ημίν μόνον·
αι τύχαι δε, όπως αν ο δαίμων διδώ, πάρεισι.»
Και μες στο πλοίο μπήκε, πηαίνοντας προς το «διδώ».
[1929]
Ιστορικό πλαίσιο
Στην πόλη των Λακεδαιμονίων, ο βασιλιάς Κλεομένης Γ΄ είχε ανακινήσει και πάλι -όπως παλαιότερα ο Άγις- το πρόβλημα του αναδασμού της γης. Στην πραγματικότητα μια βαθιά κοινωνική μεταρρύθμιση είχε γίνει πια αναπόφευκτη για τη Σπάρτη. Οι σοβαρές απώλειες σε γόνιμα εδάφη και η έντονη μείωση των ελεύθερων πολιτών της λακωνικής πολιτείας- στα 479 π.Χ. ο αριθμός τους έφτανε τις 8000, ενώ στα μέσα του 3ου αιώνα δεν ξεπερνούσε τους 700, και από αυτούς περίπου μόνο εκατό διέθεταν έγγειο ιδιοκτησία και είχαν κατά συνέπεια τη δυνατότητα να ασκούν τα πολιτικά τους δικαιώματα- οπότε μια γενναία μεταρρύθμιση των πραγμάτων κρινόταν ως αναγκαία. Ο βασιλιάς Κλεομένης είχε σαφή συνείδηση, ότι τα μεταρρυθμιστικά του σχέδια θα προσέκρουαν στη σφοδρή αντίθεση των εφόρων. Έτσι δεν του απέμενε παρά μόνο το πραξικόπημα. Το 227 π.Χ. έβαλε και σκότωσαν όλους τους εφόρους, κατήργησε την αρχή τους, η οποία δεν περιλαμβανόταν στη λυκούργειο νομοθεσία και εξόρισε 80 από τους πιο διακεκριμένους Σπαρτιάτες μεγαλογαιοκτήμονες. Η επαναφορά του παλαιού καθεστώτος που αντιπροσωπευόταν από τους νόμους του Λυκούργου και η αναβίωση της σπαρτιάτικης πολεμικής ζωής είχαν απώτερο σκοπό την αύξηση της μαχητικής δυνάμεως του κράτους∙ η εφαρμογή δε του εσω-πολιτικού προγράμματος ήταν η προϋπόθεση για τη δραστηριοποίηση της εξωτερικής σπαρτιατικής πολιτικής.
Για να ανακόψει την νικηφόρα πορεία του Κλεομένη Γ’, ο Σικυώνιος Άρατος -στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας από το 245 π.Χ.- έκανε, μια μεγάλη στροφή στην εξωτερική πολιτική του. Με τίμημα την επιστροφή της Κορίνθου, που είχε καταληφθεί εν τω μεταξύ από τον Κλεομένη, στους Μακεδόνες, έκλεισε, μιαν επίσημη συνθήκη με τον Αντίγονο Δώσωνα (225 π.Χ.).
Κατά τον αγώνα του εναντίον του Κλεομένους Γ΄, ο Αντίγονος Δώσων σημείωσε επιτυχίες. Η Τεγέα, ο Ορχομενός, η Μαντίνεια περιήλθαν σε αυτόν (223 π.Χ.). Ο αγώνας για την ηγεμονία στην Πελοπόννησο κρίθηκε με τη μάχη της Σελλασίας (καλοκαίρι του 222). Κατ’ αυτήν νικήθηκαν οι υπό τον Κλεομένη Σπαρτιάτες από τους Μακεδόνες και τους συμμάχους τους. Ο βασιλιάς Αντίγονος μπήκε σαν νικητής στην Σπάρτη, της οποίας το έδαφος πατήθηκε για πρώτη φορά στην μακραίωνη ιστορία της από έναν κατακτητή. Ο Κλεομένης διεφυγε στην Αίγυπτο και οι μεταρρυθμίσεις του παραμερίστηκαν.
Σκέψεις
Ο Καβάφης δίνει ένα εξαίρετο ποίημα πολιτικής, επανερχόμενος στην ιστορία της Κρατησίκλειας, της μητέρας του Σπαρτιάτη βασιλιά Κλεομένη Γ΄. Το ποίημα είναι ιστοριογενές -βασίζεται δηλαδή σε πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα- και αναδεικνύει την αξιοπρέπεια με την οποία η Κρατησίκλεια υπομένει για χάρη της πατρίδας της, την προοπτική της οικειοθελούς ομηρίας της στην Αίγυπτο.
Η Κρατησίκλεια γνωρίζει πως η πατρίδα της χρειάζεται στρατιωτική βοήθεια, κι εφόσον ο Πτολεμαίος Γ΄ της Αιγύπτου θέτει ως όρο για την παροχή της, να μεταβούν εκείνη και τα εγγόνια της ως όμηροι στην Αίγυπτο, δεν διστάζει να το αποδεχτεί, όσο κι αν συναισθάνεται τον κίνδυνο που ελλοχεύει. Η προθυμία της «θαυμάσιας» αυτής γυναίκας να θέσει τον εαυτό της στην υπηρεσία της πατρίδας της, αλλά και η αξιοπρέπεια με την οποία αντιμετωπίζει τον πόνο του αποχωρισμού απ’ το γιο της, όπως και το φόβο για τη ζωή τη δική της και των εγγονιών της, αναγνωρίζονται από τον Καβάφη ως ιδανικά στοιχεία συμπεριφοράς ενός άξιου ηγετικού προσώπου.
Ο Καβάφης θέλοντας να παρουσιάσει το επιθυμητό πρότυπο συμπεριφοράς και αντίληψης ενός ηγέτη, επιλέγει -όχι τυχαία- την Κρατησίκλεια, μιας κι η αγέρωχη αυτή Σπαρτιάτισσα συγκεντρώνει όλα τα άριστα στοιχεία ενός πολιτικού προσώπου. Γνωρίζει πως πρέπει πάντοτε να θέτει το καλό της πατρίδας πάνω απ’ τις δικές της ανάγκες ή επιθυμίες, κι είναι γι’ αυτό έτοιμη ν’ αποχωριστεί για πάντα το γιο της, και ίσως να συνοδεύσει τα εγγόνια της στον τόπο του θανάτου τους (όπως και έγινε τελικά). Γνωρίζει πως το όφελος των συμπατριωτών της είναι σημαντικότερο απ’ τους δικούς της πόνους και τις δικές της στεναχώριες, γιατί εκείνη δεν είναι ένας απλός πολίτης, αλλά η μητέρα του βασιλιά. Γνωρίζει, συνάμα, πως ένας ηγέτης δεν μπορεί να απαιτεί από τους πολίτες θυσίες και γενναιότητα, όταν ο ίδιος δεν είναι πρόθυμος να δείξει με το παράδειγμά του πως είναι έτοιμος να θυσιαστεί και να αγωνιστεί για την πατρίδα του. Γνωρίζει πως το να είσαι ηγέτης σημαίνει πρώτα απ’ όλα πως έχεις περισσότερες ευθύνες από τους άλλους και όχι περισσότερα προνόμια.
Η Κρατησίκλεια αποχωρεί από τη Σπάρτη πηγαίνοντας στη χώρα, όπου λίγο καιρό μετά θα εκτελεστεί μαζί με τα εγγόνια της. Αποχωρεί όμως, χωρίς να επιτρέψει σε κανέναν να αμφισβητήσει την αφοσίωσή της στην πατρίδα της και τη δύναμη του χαρακτήρα της. Αποχωρεί έχοντας διατηρήσει ακέραια την υπερηφάνεια της κι έχοντας θέσει ένα άριστο παράδειγμα ήθους στους συμπατριώτες της. (2434)
2,912 total views, no views today
ΑΓΗΣΙΚΛΗΣ
• ΣΕ ΚΕΙΝΟΝ ΠΟΥ ΡΩΤΗΣΕ, ΠΩΣ ΚΑΠΟΙΟΣ ΧΩΡΙΣ ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΑΣΚΕΙ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ? ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΑΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΛΑΟ ΟΠΩΣ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ.”
ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ
• ΣΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ ΡΩΤΗΣΕ, ΠΟΣΟ ΚΡΑΣΙ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΣΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΟΛΥ ΚΡΑΣΙ ΔΩΣΕ ΟΣΟ ΖΗΤΟΥΝ, ΑΝ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ ΜΟΙΡΑΣΕ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟ ΙΔΙΟ.”
ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΑΚΟΥΓΕ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝ Ή ΝΑ ΕΠΑΙΝΟΥΝ ΑΛΛΟΥΣ ΡΩΤΟΥΣΕ ΝΑ ΜΑΘΕΙ ΤΟ ΠΟΙΟΝ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΕΚΑΝΑΝ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΠΑΡΑ ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΜΙΛΟΥΣΑΝ.
ΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΟΥΝ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ.
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟΝ ΡΩΤΗΣΕ, ΤΙ ΩΦΕΛΗΣΑΝ ΤΗ ΣΠΑΡΤΗ ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΤΩΝ ΗΔΟΝΩΝ…”
ΣΕ ‘ΚΕΙΝΟΝ ΠΑΛΙ ΠΟΥ ΑΠΟΡΟΥΣΕ ΜΕ ΤΟΝ ΛΙΤΟ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕ, “ΑΝΤΙ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ, ΘΕΡΙΖΟΥΜΕ(ΧΑΙΡΟΜΑΣΤΕ) ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!
ΕΛΕΓΕ ΟΤΙ ΟΣΟΙ ΑΣΚΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΡΕΙΟΣΥΝΗ ΔΕΝ ΑΡΜΟΖΕΙ ΝΑ ΓΕΥΟΝΤΑΙ ΛΙΧΟΥΔΙΕΣ ΚΑΙ ΟΣΑ ΔΕΛΕΑΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΔΟΥΛΟΥΣ, ΔΙΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΑ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ΡΩΤΗΘΗΚΕ ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΦΤΑΝΟΥΝ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΤΗΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ , ΑΦΟΥ ΣΗΚΩΣΕ ΤΟ ΔΟΡΥ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕ “ΜΕΧΡΙ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΦΤΑΝΕΙ ΑΥΤΟ.
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΡΩΤΗΣΕ ΓΙΑΤΙ Η ΣΠΑΡΤΗ ΕΙΝΑΙ ΑΤΕΙΧΙΣΤΗ, ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΣΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ “ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΤΕΙΧΗ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ!”ΔΙΟΤΙ ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΙΤΕΙΧΙΣΤΕΙ ΑΠΟ ΠΕΤΡΕΣ ΚΑΙ ΞΥΛΑ ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΕΤΕΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΗΝ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΝΑ ΠΛΟΥΤΙΣΟΥΝ ΜΕ ΧΡΗΜΑΤΑ ΑΛΛΑ ΜΕ ΑΝΔΡΕΙΑ ΚΑΙ ΑΡΕΤΗ.
ΣΤΗΝ ΕΡΩΤΗΣΗ ΠΩΣ ΑΠΕΚΤΗΣΕ ΤΟΣΗ ΔΟΞΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕ “ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ!”
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ΡΩΤΗΘΗΚΕ ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ ΒΑΔΙΖΟΥΝ ΜΕ ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΑΥΛΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΓΙΑ ΝΑ ΦΑΝΟΥΝ ΟΙ ΑΝΔΡΕΙΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΕΙΛΟΙ ΟΤΑΝ ΒΑΔΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΡΥΘΜΟ.”
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΕΙΠΕ “ΑΛΙΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΧΑΣΕΙ ΤΟΣΟΥΣ ΣΕ ΕΜΦΥΛΙΟ ΠΟΛΕΜΟ, ΤΟΣΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΝΑ ΝΙΚΗΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΒΑΡΒΑΡΟΥΣ.”
ΣΤΗΝ ΕΡΩΤΗΣΗ ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ ΔΙΑΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΓΙΑΤΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΝΑ ΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΑΡΧΟΝΤΑΙ.”
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΜΙΛΟΥΣΕ ΜΕ ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΕΙΠΕ “ΜΙΚΡΕ, ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΣΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΣΤΡΑΤΟ.”
ΟΤΑΝ ΤΟΝ ΚΑΛΕΣΑΝ ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΙ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ ΤΟ ΑΗΔΟΝΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕ “ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΕΧΩ ΑΚΟΥΣΕΙ ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΑΗΔΟΝΙ..”
ΕΛΕΓΕ ΠΩΣ ΑΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΗΤΑΝ ΔΙΚΑΙΟΙ ΔΕΝ ΘΑ ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ Η ΑΝΔΡΕΙΑ.
ΕΛΕΓΕ ΠΩΣ ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΟΙ ΩΣ ΔΟΥΛΟΙ ΚΑΙ ΚΑΚΟΙ ΩΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ.
ΣΤΗΝ ΕΡΩΤΗΣΗ, ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: ΟΤΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΝ ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΓΙΝΟΥΝ ΑΝΔΡΕΣ.
ΑΓΗΣ ΑΡΧΙΔΑΜΟΥ
• ΕΛΕΓΕ ΟΤΙ ΟΙ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΟΙ ΔΕΝ ΡΩΤΟΥΣΑΝ ΠΟΣΟΙ ΗΤΑΝ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΑΛΛΑ ΠΟΥ ΗΤΑΝ.
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΙ ΕΠΑΙΝΟΥΣΑΝ ΤΟΥΣ ΗΛΙΟΥΣ ΟΤΙ ΗΤΑΝ ΔΙΚΑΙΟΙ ΚΡΙΤΕΣ ΣΤΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΕΚΕΙΝΟΣ ΡΩΤΗΣΕ ΤΙ ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΚΑΝΟΥΝ ΑΝ ΑΝΑ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΣΕΒΟΝΤΑΙ ΤΗΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ?
ΟΤΑΝ ΡΩΤΗΘΗΚΕ ΠΩΣ ΚΑΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΖΗΣΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΠΕΡΙΦΡΟΝΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ.”
ΑΛΚΑΜΕΝΗΣ
• ΕΛΕΓΕ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΟ ΚΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΠΟΛΛΑ, ΝΑ ΖΕΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ(ΠΑΘΗ) ΤΟΥ.
ΑΝΑΞΑΝΔΡΙΔΗΣ
• ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟΝ ΡΩΤΗΣΕ ΠΩΣ ΟΙ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΓΕΝΝΑΙΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕ “ΓΙΑΤΙ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΣΕΒΟΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΖΩΗ ΑΝΤΙ ΝΑ ΤΗΝ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ..”
ΑΝΤΑΛΚΙΔΑΣ
• ΟΤΑΝ Ο ΑΝΤΑΛΚΙΔΑΣ ΡΩΤΗΘΗΚΕ ΣΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΙΕΡΕΑ ΤΙ ΗΤΑΝ ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΤΟΥ ΕΙΠΕ ΠΩΣ ΑΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΚΑΤΙ ,ΘΑ ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΙ ΘΕΟΙ!
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΡΩΤΗΣΕ ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ ΕΧΟΥΝ ΤΟΣΟ ΚΟΝΤΑ ΞΙΦΗ ΑΠΑΝΤΗΣΕ “ΓΙΑΤΙ ΠΟΛΕΜΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΑΠΟ ΠΟΛΥ ΚΟΝΤΑ.”
ΑΝΤΙΟΧΟΣ
• ΟΤΑΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΘΗΚΕ ΟΤΙ Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ ΣΤΟΥΣ ΜΕΣΣΗΝΙΟΥΣ ΡΩΤΗΣΕ ΑΝ ΤΟΥΣ ΕΔΩΣΕ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΗ ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΑΤΗΣΟΥΝ.
ΑΡΧΙΔΑΜΙΔΑΣ
• ΕΛΕΓΕ ΠΩΣ ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΝΑ ΜΙΛΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΤΕ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙ.
ΑΡΧΙΔΑΜΟΣ
• ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΡΩΤΗΣΕ ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΑΡΧΟΥΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ.”
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΚΑΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΝ ΡΩΤΗΣΕ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΣΠΑΡΤΙΑΤΗΣ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΟΥ ΜΟΙΑΖΕΙ ΚΑΘΟΛΟΥ.
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟΥ ΕΔΙΝΕ ΚΡΑΣΙ ΓΛΥΚΟ ΕΛΕΓΕ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩΦΕΛΟ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΗ, ΑΦΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΠΙΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΚΑΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΑΣΘΕΝΙΚΟΤΕΡΟΣ.
ΟΤΑΝ ΕΒΛΕΠΕ ΤΟΝ ΓΙΟ ΤΟΥ ΝΑ ΠΟΛΕΜΑ ΟΡΜΗΤΙΚΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΤΟΥ ΕΙΠΕ Η΄ ΝΑ ΜΕΓΑΛΩΣΕΙ ΤΗΝ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ Η΄ ΝΑ ΜΕΤΡΙΑΣΕΙ ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΤΟΥ.
ΑΡΧΙΔΑΜΟΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΥ
• ΟΤΑΝ Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΧΗ ΕΣΤΕΙΛΕ ΑΛΑΖΟΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΟΤΙ ΑΝ ΜΕΤΡΗΣΕΙ ΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΝΙΚΗ ΔΕΝ ΘΑ ΤΗΝ ΒΡΕΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΠΟ ΠΡΙΝ.
ΟΤΑΝ ΕΙΣΕΒΑΛΕ ΣΤΗΝ ΑΡΚΑΔΙΑ ΚΑΙ ΑΚΟΥΣΕ ΟΤΙ ΘΑ ΒΟΗΘΟΥΣΑΝ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΟΙ ΗΛΙΟΙ ΤΟΥΣ ΕΓΡΑΨΕ “ΚΑΛΟ ΠΡΑΓΜΑ Η ΗΣΥΧΙΑ.”
ΟΤΑΝ ΕΙΔΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗ H ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΗΧΑΝΗΜΑ ΑΝΑΦΩΝΗΣΕ “Ω ΗΡΑΚΛΗ, ΧΑΘΗΚΕ Η ΑΝΔΡΕΙΑ ΤΟΥ ΟΠΛΙΤΗ!”
ΒΡΑΣΙΔΑΣ
• ΠΡΙΝ ΦΥΓΕΙ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΠΟΛΕΜΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΕΓΡΑΨΕ ΣΤΟΥΣ ΕΦΟΡΟΥΣ “ΟΣΑ ΣΑΣ ΔΗΛΩΝΩ ΘΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΩ Η΄ ΑΛΛΙΩΣ ΘΑ’ ΧΩ ΠΕΘΑΝΕΙ.”
ΔΑΜΗΣ
• ΟΤΑΝ Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΕΣΤΕΙΛΕ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΑ ΤΟΝ ΑΠΟΚΑΛΟΥΝ ΘΕΟ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: ”ΑΝ ΤΟ ΘΕΛΕΙ… ΑΣ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ ΕΤΣΙ..”
ΔΑΜΙΝΔΑΣ
• ΟΤΑΝ Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΙΣΕΒΑΛΕ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΘΑ ΔΕΙΝΟΠΑΘΗΣΟΥΝ ΟΙ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: “ΘΗΛΥΠΡΕΠΗ, ΚΑΙ ΤΙ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΦΟΒΕΡΟΤΕΡΟ ΘΑ ΠΑΘΟΥΜΕ ΑΦΟΥ ΠΕΡΙΦΡΟΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ?” (4608)
5,651 total views, 2 views today
Διαβάστε τα γεγονότα της μάχης των Θερμοπυλών, έτσι όπως τα παρουσιάζουν οι αρχαίες πηγές
ΣΑΣ ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΟ ΠΗΓΕΣ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΔΟΞΟΤΕΡΗ ΜΑΧΗ ΠΕΖΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ.
ΜΙΑ ΜΑΧΗ ΠΟΥ ΔΙΕΠΡΕΨΕ ΤΟ ΗΘΟΣ,Η ΑΝΔΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
“ΘΝΗΣΚΕΥΠΕΡΠΑΤΡΙΣ”
Τα γεγονότα σύμφωνα με τον Ηρόδοτο
Ηροδότου Ιστορία, Βιβλίο Ζ – Πολύμνια
201 βασιλεὺς μὲν δὴ Ξέρξης ἐστρατοπεδεύετο τῆς Μηλίδος ἐν τῇ Τρηχινίῃ, οἱ δὲ δὴ Ἕλληνες ἐν τῇ διόδῳ. καλέεται δὲ ὁ χῶρος οὗτος ὑπὸ μὲν τῶν πλεόνων Ἑλλήνων Θερμοπύλαι, ὑπὸ δὲ τῶν ἐπιχωρίων καὶ περιοίκων Πύλαι. ἐστρατοπεδεύοντο μέν νυν ἑκάτεροι ἐν τούτοισι τοῖσι χωρίοισι, ἐπεκράτεε δὲ ὃ μὲν τῶν πρὸς βορέην ἄνεμον ἐχόντων πάντων μέχρι Τρηχῖνος, οἳ δὲ τῶν πρὸς νότον καὶ μεσαμβρίην φερόντων τὸ ἐπὶ ταύτης τῆς ἠπείρου. |
|
202 ἦσαν δὲ οἵδε Ἑλλήνων οἱ ὑπομένοντες τὸν Πέρσην ἐν τούτῳ τῷ χώρῳ, Σπαρτιητέων τε τριηκόσιοι ὁπλῖται καὶ Τεγεητέων καὶ Μαντινέων χίλιοι, ἡμίσεες ἑκατέρων, ἐξ Ὀρχομενοῦ τε τῆς Ἀρκαδίης εἴκοσι καὶ ἑκατόν, καὶ ἐκ τῆς λοιπῆς Ἀρκαδίης χίλιοι· τοσοῦτοι μὲν Ἀρκάδων, ἀπὸ δὲ Κορίνθου τετρακόσιοι καὶ ἀπὸ Φλειοῦντος διηκόσιοι καὶ Μυκηναίων ὀγδώκοντα. οὗτοι μὲν ἀπὸ Πελοποννήσου παρῆσαν, ἀπὸ δὲ Βοιωτῶν Θεσπιέων τε ἑπτακόσιοι καὶ Θηβαίων τετρακόσιοι. |
|
7,203 πρὸς τούτοισι ἐπίκλητοι ἐγένοντο Λοκροί τε οἱ Ὀπούντιοι πανστρατιῇ καὶ Φωκέων χίλιοι. αὐτοὶ γὰρ σφέας οἱ Ἕλληνες ἐπεκαλέσαντο, λέγοντες δι᾽ ἀγγέλων ὡς αὐτοὶ μὲν ἥκοιεν πρόδρομοι τῶν ἄλλων, οἱ δὲ λοιποὶ τῶν συμμάχων προσδόκιμοι πᾶσαν εἶεν ἡμέρην, ἡ θάλασσά τέ σφι εἴη ἐν φυλακῇ ὑπ᾽ Ἀθηναίων τε φρουρεομένη καὶ Αἰγινητέων καὶ τῶν ἐς τὸν ναυτικὸν στρατὸν ταχθέντων, καί σφι εἴη δεινὸν οὐδέν· (2) οὐ γὰρ θεὸν εἶναι τὸν ἐπιόντα ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα ἀλλ᾽ ἄνθρωπον, εἶναι δὲ θνητὸν οὐδένα οὐδὲ ἔσεσθαι τῷ κακὸν ἐξ ἀρχῆς γινομένῳ οὐ συνεμίχθη, τοῖσι δὲ μεγίστοισι αὐτῶν μέγιστα. ὀφείλειν ὦν καὶ τὸν ἐπελαύνοντα, ὡς ἐόντα θνητόν, ἀπὸ τῆς δόξης πεσεῖν ἄν. οἳ δὲ ταῦτα πυνθανόμενοι ἐβοήθεον ἐς τὴν Τρηχῖνα. |
|
206 τούτους μὲν τοὺς ἀμφὶ Λεωνίδην πρώτους ἀπέπεμψαν Σπαρτιῆται, ἵνα τούτους ὁρῶντες οἱ ἄλλοι σύμμαχοι στρατεύωνται μηδὲ καὶ οὗτοι μηδίσωσι, ἢν αὐτοὺς πυνθάνωνται ὑπερβαλλομένους· μετὰ δέ, Κάρνεια γάρ σφι ἦν ἐμποδών, ἔμελλον ὁρτάσαντες καὶ φυλακὰς λιπόντες ἐν τῇ Σπάρτῃ κατὰ τάχος βοηθέειν πανδημεί. (2) ὣς δὲ καὶ οἱ λοιποὶ τῶν συμμάχων ἐνένωντο καὶ αὐτοὶ ἕτερα τοιαῦτα ποιήσειν· ἦν γὰρ κατὰ τὠυτὸ Ὀλυμπιὰς τούτοισι τοῖσι πρήγμασι συμπεσοῦσα· οὔκων δοκέοντες κατὰ τάχος οὕτω διακριθήσεσθαι τὸν ἐν Θερμοπύλῃσι πόλεμον ἔπεμπον τοὺς προδρόμους. |
|
207 οὗτοι μὲν δὴ οὕτω διενένωντο ποιήσειν· οἱ δὲ ἐν Θερμοπύλῃσι Ἕλληνες, ἐπειδὴ πέλας ἐγένετο τῆς ἐσβολῆς ὁ Πέρσης, καταρρωδέοντες ἐβουλεύοντο περὶ ἀπαλλαγῆς. τοῖσι μέν νυν ἄλλοισι Πελοποννησίοισι ἐδόκεε ἐλθοῦσι ἐς Πελοπόννησον τὸν Ἰσθμὸν ἔχειν ἐν φυλακῇ· Λεωνίδης δέ, Φωκέων καὶ Λοκρῶν περισπερχεόντων τῇ γνώμῃ ταύτῃ, αὐτοῦ τε μένειν ἐψηφίζετο πέμπειν τε ἀγγέλους ἐς τὰς πόλιας κελεύοντάς σφι ἐπιβοηθέειν, ὡς ἐόντων αὐτῶν ὀλίγων στρατὸν τὸν Μήδων ἀλέξασθαι. |
208 ταῦτα βουλευομένων σφέων, ἔπεμπε Ξέρξης κατάσκοπον ἱππέα ἰδέσθαι ὁκόσοι εἰσὶ καὶ ὅ τι ποιέοιεν. ἀκηκόεε δὲ ἔτι ἐὼν ἐν Θεσσαλίῃ ὡς ἁλισμένη εἴη ταύτῃ στρατιὴ ὀλίγη, καὶ τοὺς ἡγεμόνας ὡς εἴησαν Λακεδαιμόνιοί τε καὶ Λεωνίδης ἐὼν γένος Ἡρακλείδης. (2) ὡς δὲ προσήλασε ὁ ἱππεὺς πρὸς τὸ στρατόπεδον, ἐθηεῖτό τε καὶ κατώρα πᾶν μὲν οὒ τὸ στρατόπεδον· τοὺς γὰρ ἔσω τεταγμένους τοῦ τείχεος, τὸ ἀνορθώσαντες εἶχον ἐν φυλακῇ, οὐκ οἷά τε ἦν κατιδέσθαι· ὁ δὲ τοὺς ἔξω ἐμάνθανε, τοῖσι πρὸ τοῦ τείχεος τὰ ὅπλα ἔκειτο· ἔτυχον δὲ τοῦτον τὸν χρόνον Λακεδαιμόνιοι ἔξω τεταγμένοι. (3) τοὺς μὲν δὴ ὥρα γυμναζομένους τῶν ἀνδρῶν, τοὺς δὲ τὰς κόμας κτενιζομένους. ταῦτα δὴ θεώμενος ἐθώμαζε καὶ τὸ πλῆθος ἐμάνθανε. μαθὼν δὲ πάντα ἀτρεκέως ἀπήλαυνε ὀπίσω κατ᾽ ἡσυχίην· οὔτε γάρ τις ἐδίωκε ἀλογίης τε ἐνεκύρησε πολλῆς· ἀπελθών τε ἔλεγε πρὸς Ξέρξην τά περ ὀπώπεε πάντα.
Ο Δημάρατος 209 ἀκούων δὲ Ξέρξης οὐκ εἶχε συμβαλέσθαι τὸ ἐόν, ὅτι παρασκευάζοιντο ὡς ἀπολεόμενοί τε καὶ ἀπολέοντες κατὰ δύναμιν· ἀλλ᾽ αὐτῷ γελοῖα γὰρ ἐφαίνοντο ποιέειν, μετεπέμψατο Δημάρητον τὸν Ἀρίστωνος ἐόντα ἐν τῷ στρατοπέδῳ· (2) ἀπικόμενον δέ μιν εἰρώτα Ξέρξης ἕκαστα τούτων, ἐθέλων μαθεῖν τὸ ποιεύμενον πρὸς τῶν Λακεδαιμονίων. ὁ δὲ εἶπε “Ἤκουσας μὲν καὶ πρότερόν μευ, εὖτε ὁρμῶμεν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα, περὶ τῶν ἀνδρῶν τούτων, ἀκούσας δὲ γέλωτά με ἔθευ λέγοντα τῇ περ ὥρων ἐκβησόμενα πρήγματα ταῦτα· ἐμοὶ γὰρ τὴν ἀληθείην ἀσκέειν ἀντία σεῦ βασιλεῦ ἀγὼν μέγιστος ἐστί. (3) ἄκουσον δὲ καὶ νῦν· οἱ ἄνδρες οὗτοι ἀπίκαται μαχησόμενοι ἡμῖν περὶ τῆς ἐσόδου, καὶ ταῦτα παρασκευάζονται. νόμος γάρ σφι ἔχων οὕτω ἐστί· ἐπεὰν μέλλωσι κινδυνεύειν τῇ ψυχῇ, τότε τὰς κεφαλὰς κοσμέονται. (4) ἐπίστασο δέ, εἰ τούτους γε καὶ τὸ ὑπομένον ἐν Σπάρτῃ καταστρέψεαι, ἔστι οὐδὲν ἄλλο ἔθνος ἀνθρώπων τὸ σὲ βασιλεῦ ὑπομενέει χεῖρας ἀνταειρόμενον· νῦν γὰρ πρὸς βασιληίην τε καὶ καλλίστην πόλιν τῶν ἐν Ἕλλησι προσφέρεαι καὶ ἄνδρας ἀρίστους”. (5) κάρτα τε δὴ Ξέρξῃ ἄπιστα ἐφαίνετο τὰ λεγόμενα εἶναι, καὶ δεύτερα ἐπειρώτα ὅντινα τρόπον τοσοῦτοι ἐόντες τῇ ἑωυτοῦ στρατιῇ μαχήσονται. ὁ δὲ εἶπε “ὦ βασιλεῦ, ἐμοὶ χρᾶσθαι ὡς ἀνδρὶ ψεύστῃ, ἢν μὴ ταῦτά τοι ταύτῃ ἐκβῇ τῇ ἐγὼ λέγω”.
Οι δύο πρώτες μέρες της μάχης 210 ταῦτα λέγων οὐκ ἔπειθε τὸν Ξέρξην τέσσερας μὲν δὴ παρεξῆκε ἡμέρας, ἐλπίζων αἰεί σφεας ἀποδρήσεσθαι· πέμπτῃ δέ, ὡς οὐκ ἀπαλλάσσοντο ἀλλά οἱ ἐφαίνοντο ἀναιδείῃ τε καὶ ἀβουλίῃ διαχρεώμενοι μένειν, πέμπει ἐπ᾽ αὐτοὺς Μήδους τε καὶ Κισσίους θυμωθείς, ἐντειλάμενος σφέας ζωγρήσαντας ἄγειν ἐς ὄψιν τὴν ἑωυτοῦ. (2) ὡς δ᾽ ἐσέπεσον φερόμενοι ἐς τοὺς Ἕλληνας οἱ Μῆδοι, ἔπιπτον πολλοί, ἄλλοι δ᾽ ἐπεσήισαν, καὶ οὐκ ἀπηλαύνοντο, καίπερ μεγάλως προσπταίοντες. δῆλον δ᾽ ἐποίευν παντί τεῳ καὶ οὐκ ἥκιστα αὐτῷ βασιλέι, ὅτι πολλοὶ μὲν ἄνθρωποι εἶεν, ὀλίγοι δὲ ἄνδρες. ἐγίνετο δὲ ἡ συμβολὴ δι᾽ ἡμέρης.
211 ἐπείτε δὲ οἱ Μῆδοι τρηχέως περιείποντο, ἐνθαῦτα οὗτοι μὲν ὑπεξήισαν, οἱ δὲ Πέρσαι ἐκδεξάμενοι ἐπήισαν, τοὺς ἀθανάτους ἐκάλεε βασιλεύς, τῶν ἦρχε Ὑδάρνης, ὡς δὴ οὗτοί γε εὐπετέως κατεργασόμενοι. (2) ὡς δὲ καὶ οὗτοι συνέμισγον τοῖσι Ἕλλησι, οὐδὲν πλέον ἐφέροντο τῆς στρατιῆς τῆς Μηδικῆς ἀλλὰ τὰ αὐτά, ἅτε ἐν στεινοπόρῳ τε χώρῳ μαχόμενοι καὶ δόρασι βραχυτέροισι χρεώμενοι ἤ περ οἱ Ἕλληνες, καὶ οὐκ ἔχοντες πλήθεϊ χρήσασθαι. (3) Λακεδαιμόνιοι δὲ ἐμάχοντο ἀξίως λόγου, ἄλλα τε ἀποδεικνύμενοι ἐν οὐκ ἐπισταμένοισι μάχεσθαι ἐξεπιστάμενοι, καὶ ὅκως ἐντρέψειαν τὰ νῶτα, ἁλέες φεύγεσκον δῆθεν, οἱ δὲ βάρβαροι ὁρῶντες φεύγοντας βοῇ τε καὶ πατάγῳ ἐπήισαν, οἳ δ᾽ ἂν καταλαμβανόμενοι ὑπέστρεφον ἀντίοι εἶναι τοῖσι βαρβάροισι, μεταστρεφόμενοι δὲ κατέβαλλον πλήθεϊ ἀναριθμήτους τῶν Περσέων· ἔπιπτον δὲ καὶ αὐτῶν τῶν Σπαρτιητέων ἐνθαῦτα ὀλίγοι. ἐπεὶ δὲ οὐδὲν ἐδυνέατο παραλαβεῖν οἱ Πέρσαι τῆς ἐσόδου πειρώμενοι καὶ κατὰ τέλεα καὶ παντοίως προσβάλλοντες, ἀπήλαυνον ὀπίσω.
212 ἐν ταύτῃσι τῇσι προσόδοισι τῆς μάχης λέγεται βασιλέα θηεύμενον τρὶς ἀναδραμεῖν ἐκ τοῦ θρόνου δείσαντα περὶ τῇ στρατιῇ. τότε μὲν οὕτω ἠγωνίσαντο, τῇ δ᾽ ὑστεραίῃ οἱ βάρβαροι οὐδὲν ἄμεινον ἀέθλεον. ἅτε γὰρ ὀλίγων ἐόντων, ἐλπίσαντες σφέας κατατετρωματίσθαι τε καὶ οὐκ οἵους τε ἔσεσθαι ἔτι χεῖρας ἀνταείρασθαι συνέβαλλον. (2) οἱ δὲ Ἕλληνες κατὰ τάξις τε καὶ κατὰ ἔθνεα κεκοσμημένοι ἦσαν, καὶ ἐν μέρεϊ ἕκαστοι ἐμάχοντο, πλὴν Φωκέων· οὗτοι δὲ ἐς τὸ ὄρος ἐτάχθησαν φυλάξοντες τὴν ἀτραπόν. ὡς δὲ οὐδὲν εὕρισκον ἀλλοιότερον οἱ Πέρσαι ἢ τῇ προτεραίῃ ἐνώρων, ἀπήλαυνον.
Η προδοσία του Εφιάλτη
213 ἀπορέοντος δὲ βασιλέος ὅ τι χρήσηται τῷ παρεόντι πρήγματι, Ἐπιάλτης ὁ Εὐρυδήμου ἀνὴρ Μηλιεὺς ἦλθέ οἱ ἐς λόγους· ὃς μέγα τι παρὰ βασιλέος δοκέων οἴσεσθαι ἔφρασέ τε τὴν ἀτραπὸν τὴν διὰ τοῦ ὄρεος φέρουσαν ἐς Θερμοπύλας, καὶ διέφθειρε τοὺς ταύτῃ ὑπομείναντας Ἑλλήνων. (2) ὕστερον δὲ δείσας Λακεδαιμονίους ἔφυγε ἐς Θεσσαλίην, καί οἱ φυγόντι ὑπὸ τῶν Πυλαγόρων τῶν Ἀμφικτυόνων ἐς τὴν Πυλαίην συλλεγομένων ἀργύριον ἐπεκηρύχθη. χρόνῳ δὲ ὕστερον, κατῆλθε γὰρ ἐς Ἀντικύρην, ἀπέθανε ὑπὸ Ἀθηνάδεω ἀνδρὸς Τρηχινίου. (3) ὁ δὲ Ἀθηνάδης οὗτος ἀπέκτεινε μὲν Ἐπιάλτεα δι᾽ ἄλλην αἰτίην, τὴν ἐγὼ ἐν τοῖσι ὄπισθε λόγοισι σημανέω, ἐτιμήθη μέντοι ὑπὸ Λακεδαιμονίων οὐδὲν ἧσσον.
214 Ἐπιάλτης μὲν οὕτω ὕστερον τούτων ἀπέθανε, ἔστι δὲ ἕτερος λεγόμενος λόγος, ὡς Ὀνήτης τε ὁ Φαναγόρεω ἀνὴρ Καρύστιος καὶ Κορυδαλλὸς Ἀντικυρεὺς εἰσὶ οἱ εἴπαντες πρὸς βασιλέα τούτους τοὺς λόγους καὶ περιηγησάμενοι τὸ ὄρος τοῖσι Πέρσῃσι, οὐδαμῶς ἔμοιγε πιστός. (2) τοῦτο μὲν γὰρ τῷδε χρὴ σταθμώσασθαι, ὅτι οἱ τῶν Ἑλλήνων Πυλαγόροι ἐπεκήρυξαν οὐκ ἐπὶ Ὀνήτῃ τε καὶ Κορυδαλλῷ ἀργύριον ἀλλ᾽ ἐπὶ Ἐπιάλτῃ τῷ Τρηχινίῳ, πάντως κου τὸ ἀτρεκέστατον πυθόμενοι· τοῦτο δὲ φεύγοντα Ἐπιάλτην ταύτην τὴν αἰτίην οἴδαμεν. (3) εἰδείη μὲν γὰρ ἂν καὶ ἐὼν μὴ Μηλιεὺς ταύτην τὴν ἀτραπὸν Ὀνήτης, εἰ τῇ χώρῃ πολλὰ ὡμιληκὼς εἴη· ἀλλ᾽ Ἐπιάλτης γὰρ ἐστὶ ὁ περιηγησάμενος τὸ ὄρος κατὰ τὴν ἀτραπόν, τοῦτον αἴτιον γράφω.
215 Ξέρξης δέ, ἐπεὶ ἤρεσε τὰ ὑπέσχετο ὁ Ἐπιάλτης κατεργάσασθαι, αὐτίκα περιχαρὴς γενόμενος ἔπεμπε Ὑδάρνεα καὶ τῶν ἐστρατήγεε Ὑδάρνης· ὁρμέατο δὲ περὶ λύχνων ἁφὰς ἐκ τοῦ στρατοπέδου. τὴν δὲ ἀτραπὸν ταύτην ἐξεῦρον μὲν οἱ ἐπιχώριοι Μηλιέες, ἐξευρόντες δὲ Θεσσαλοῖσι κατηγήσαντο ἐπὶ Φωκέας, τότε ὅτε οἱ Φωκέες φράξαντες τείχεϊ τὴν ἐσβολὴν ἦσαν ἐν σκέπῃ τοῦ πολέμου· ἔκ τε τόσου δὴ κατεδέδεκτο ἐοῦσα οὐδὲν χρηστὴ Μηλιεῦσι.
216 ἔχει δὲ ὧδε ἡ ἀτραπὸς αὕτη· ἄρχεται μὲν ἀπὸ τοῦ Ἀσωποῦ ποταμοῦ τοῦ διὰ τῆς διασφάγος ῥέοντος, οὔνομα δὲ τῷ ὄρεϊ τούτῳ καὶ τῇ ἀτραπῷ τὠυτὸ κεῖται, Ἀνόπαια· τείνει δὲ ἡ Ἀνόπαια αὕτη κατὰ ῥάχιν τοῦ ὄρεος, λήγει δὲ κατά τε Ἀλπηνὸν πόλιν, πρώτην ἐοῦσαν τῶν Λοκρίδων πρὸς τῶν Μηλιέων, καὶ κατὰ Μελαμπύγου τε καλεόμενον λίθον καὶ κατὰ Κερκώπων ἕδρας, τῇ καὶ τὸ στεινότατον ἐστί.
217 κατὰ ταύτην δὴ τὴν ἀτραπὸν καὶ οὕτω ἔχουσαν οἱ Πέρσαι, τὸν Ἀσωπὸν διαβάντες, ἐπορεύοντο πᾶσαν τὴν νύκτα, ἐν δεξιῇ μὲν ἔχοντες ὄρεα τὰ Οἰταίων, ἐν ἀριστερῇ δὲ τὰ Τρηχινίων. ἠώς τε δὴ διέφαινε καὶ οἳ ἐγένοντο ἐπ᾽ ἀκρωτηρίῳ τοῦ ὄρεος. (2) κατὰ δὲ τοῦτο τοῦ ὄρεος ἐφύλασσον, ὡς καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, Φωκέων χίλιοι ὁπλῖται, ῥυόμενοί τε τὴν σφετέρην χώρην καὶ φρουρέοντες τὴν ἀτραπόν. ἡ μὲν γὰρ κάτω ἐσβολὴ ἐφυλάσσετο ὑπὸ τῶν εἴρηται· τὴν δὲ διὰ τοῦ ὄρεος ἀτραπὸν ἐθελονταὶ Φωκέες ὑποδεξάμενοι Λεωνίδῃ ἐφύλασσον.
218 ἔμαθον δὲ σφέας οἱ Φωκέες ὧδε ἀναβεβηκότας· ἀναβαίνοντες γὰρ ἐλάνθανον οἱ Πέρσαι τὸ ὄρος πᾶν ἐὸν δρυῶν ἐπίπλεον. ἦν μὲν δὴ νηνεμίη, ψόφου δὲ γινομένου πολλοῦ, ὡς οἰκὸς ἦν φύλλων ὑποκεχυμένων ὑπὸ τοῖσι ποσί, ἀνά τε ἔδραμον οἱ Φωκέες καὶ ἐνέδυνον τὰ ὅπλα, καὶ αὐτίκα οἱ βάρβαροι παρῆσαν. (2) ὡς δὲ εἶδον ἄνδρας ἐνδυομένους ὅπλα, ἐν θώματι ἐγένοντο· ἐλπόμενοι γὰρ οὐδένα σφι φανήσεσθαι ἀντίξοον ἐνεκύρησαν στρατῷ. ἐνθαῦτα Ὑδάρνης καταρρωδήσας μὴ οἱ Φωκέες ἔωσι Λακεδαιμόνιοι, εἴρετο Ἐπιάλτην ὁποδαπὸς εἴη ὁ στρατός, πυθόμενος δὲ ἀτρεκέως διέτασσε τοὺς Πέρσας ὡς ἐς μάχην. (3) οἱ δὲ Φωκέες ὡς ἐβάλλοντο τοῖσι τοξεύμασι πολλοῖσί τε καὶ πυκνοῖσι, οἴχοντο φεύγοντες ἐπὶ τοῦ ὄρεος τὸν κόρυμβον, ἐπιστάμενοι ὡς ἐπὶ σφέας ὁρμήθησαν ἀρχήν, καὶ παρεσκευάδατο ὡς ἀπολεόμενοι. οὗτοι μὲν δὴ ταῦτα ἐφρόνεον, οἱ δὲ ἀμφὶ Ἐπιάλτην καὶ Ὑδάρνεα Πέρσαι Φωκέων μὲν οὐδένα λόγον ἐποιεῦντο, οἳ δὲ κατέβαινον τὸ ὄρος κατὰ τάχος.
219 τοῖσι δὲ ἐν Θερμοπύλῃσι Ἑλλήνων πρῶτον μὲν ὁ μάντις Μεγιστίης ἐσιδὼν ἐς τὰ ἱρὰ ἔφρασε τὸν μέλλοντα ἔσεσθαι ἅμα ἠοῖ σφι θάνατον, ἐπὶ δὲ καὶ αὐτόμολοι ἦσαν οἱ ἐξαγγείλαντες τῶν Περσέων τὴν περίοδον. οὗτοι μὲν ἔτι νυκτὸς ἐσήμηναν, τρίτοι δὲ οἱ ἡμεροσκόποι καταδραμόντες ἀπὸ τῶν ἄκρων ἤδη διαφαινούσης ἡμέρης. (2) ἐνθαῦτα ἐβουλεύοντο οἱ Ἕλληνες, καί σφεων ἐσχίζοντο αἱ γνῶμαι· οἳ μὲν γὰρ οὐκ ἔων τὴν τάξιν ἐκλιπεῖν, οἳ δὲ ἀντέτεινον. μετὰ δὲ τοῦτο διακριθέντες οἳ μὲν ἀπαλλάσσοντο καὶ διασκεδασθέντες κατὰ πόλις ἕκαστοι ἐτράποντο, οἳ δὲ αὐτῶν ἅμα Λεωνίδῃ μένειν αὐτοῦ παρεσκευάδατο.
220 λέγεται δὲ καὶ ὡς αὐτός σφεας ἀπέπεμψε Λεωνίδης, μὴ ἀπόλωνται κηδόμενος· αὐτῷ δὲ καὶ Σπαρτιητέων τοῖσι παρεοῦσι οὐκ ἔχειν εὐπρεπέως ἐκλιπεῖν τὴν τάξιν ἐς τὴν ἦλθον φυλάξοντες ἀρχήν. (2) ταύτῃ καὶ μᾶλλον τὴν γνώμην πλεῖστος εἰμί, Λεωνίδην, ἐπείτε ᾔσθετο τοὺς συμμάχους ἐόντας ἀπροθύμους καὶ οὐκ ἐθέλοντας συνδιακινδυνεύειν, κελεῦσαι σφέας ἀπαλλάσσεσθαι, αὐτῷ δὲ ἀπιέναι οὐ καλῶς ἔχειν· μένοντι δὲ αὐτοῦ κλέος μέγα ἐλείπετο, καὶ ἡ Σπάρτης εὐδαιμονίη οὐκ ἐξηλείφετο. (3) ἐκέχρηστο γὰρ ὑπὸ τῆς Πυθίης τοῖσι Σπαρτιήτῃσι χρεωμένοισι περὶ τοῦ πολέμου τούτου αὐτίκα κατ᾽ ἀρχὰς ἐγειρομένου, ἢ Λακεδαίμονα ἀνάστατον γενέσθαι ὑπὸ τῶν βαρβάρων ἢ τὴν βασιλέα σφέων ἀπολέσθαι. ταῦτα δέ σφι ἐν ἔπεσι ἑξαμέτροισι χρᾷ λέγοντα ὧδε. (4)
ὑμῖν δ᾽, ὦ Σπάρτης οἰκήτορες εὐρυχόροιο, ἢ μέγα ἄστυ ἐρικυδὲς ὑπ᾽ ἀνδράσι Περσεΐδῃσι πέρθεται, ἢ τὸ μὲν οὐχί, ἀφ᾽ Ἡρακλέους δὲ γενέθλης πενθήσει βασιλῆ φθίμενον Λακεδαίμονος οὖρος. οὐ γὰρ τὸν ταύρων σχήσει μένος οὐδὲ λεόντων ἀντιβίην· Ζηνὸς γὰρ ἔχει μένος· οὐδέ ἑ φημί σχήσεσθαι, πρὶν τῶνδ᾽ ἕτερον διὰ πάντα δάσηται.
ταῦτά τε δὴ ἐπιλεγόμενον Λεωνίδην, καὶ βουλόμενον κλέος καταθέσθαι μούνων Σπαρτιητέων, ἀποπέμψαι τοὺς συμμάχους μᾶλλον ἢ γνώμῃ διενειχθέντας οὕτω ἀκόσμως οἴχεσθαι τοὺς οἰχομένους.
221 μαρτύριον δέ μοι καὶ τόδε οὐκ ἐλάχιστον τούτου πέρι γέγονε, ὅτι καὶ τὸν μάντιν ὃς εἵπετο τῇ στρατιῇ ταύτῃ, Μεγιστίην τὸν Ἀκαρνῆνα, λεγόμενον εἶναι τὰ ἀνέκαθεν ἀπὸ Μελάμποδος, τοῦτον εἴπαντα ἐκ τῶν ἱρῶν τὰ μέλλοντά σφι ἐκβαίνειν, φανερός ἐστι Λεωνίδης ἀποπέμπων, ἵνα μὴ συναπόληταί σφι. ὁ δὲ ἀποπεμπόμενος αὐτὸς μὲν οὐκ ἀπέλιπε, τὸν δὲ παῖδα συστρατευόμενον, ἐόντα οἱ μουνογενέα, ἀπέπεμψε.
Ακούστε τη μοίρα σας, κάτοικοι της πλατιάς έκτασης της Σπάρτης,
είτε η ένδοξη, τιμημένη πόλη σας θα λεηλατηθεί από τους γιους του Περσέα
ή, αν δεν γίνει αυτό, ολόκληρη η γη του Λακεδαίμονα
θα θρηνήσει το θάνατο ενός βασιλιά του οίκου του Ηρακλή.
Η δύναμη των λιονταριών ή των ταύρων δε θα τον συγκρατήσει,
αν έρθει εναντίον του, γιατί έχει τη δύναμη του Δία.
Και λέγω ότι δε θα σταματήσει, ώσπου να καταστρέψει το ένα απ’ τα δυο.
Πιστεύω ότι αυτός ο χρησμός, σε συνδυασμό, φυσικά, με την επιθυμία του να προσφέρει στη Σπάρτη ένα θησαυρό δόξας που δε θα μοιραζόταν με καμιά άλλη πόλη, ώθησε τον Λεωνίδα να διώξει τα υπόλοιπα στρατεύματα· δεν πιστεύω ότι λιποτάκτησαν ή ότι έφυγαν χωρίς διαταγές, επειδή διαφωνούσαν.
Η τρίτη μέρα της μάχης
222 οἱ μέν νυν σύμμαχοι οἱ ἀποπεμπόμενοι οἴχοντό τε ἀπιόντες καὶ ἐπείθοντο Λεωνίδῃ, Θεσπιέες δὲ καὶ Θηβαῖοι κατέμειναν μοῦνοι παρὰ Λακεδαιμονίοισι. τούτων δὲ Θηβαῖοι μὲν ἀέκοντες ἔμενον καὶ οὐ βουλόμενοι· κατεῖχε γὰρ σφέας Λεωνίδης ἐν ὁμήρων λόγῳ ποιεύμενος· Θεσπιέες δὲ ἑκόντες μάλιστα, οἳ οὐκ ἔφασαν ἀπολιπόντες Λεωνίδην καὶ τοὺς μετ᾽ αὐτοῦ ἀπαλλάξεσθαι, ἀλλὰ καταμείναντες συναπέθανον. ἐστρατήγεε δὲ αὐτῶν Δημόφιλος Διαδρόμεω.
223 Ξέρξης δὲ ἐπεὶ ἡλίου ἀνατείλαντος σπονδὰς ἐποιήσατο, ἐπισχὼν χρόνον ἐς ἀγορῆς κου μάλιστα πληθώρην πρόσοδον ἐποιέετο· καὶ γὰρ ἐπέσταλτο ἐξ Ἐπιάλτεω οὕτω· ἀπὸ γὰρ τοῦ ὄρεος ἡ κατάβασις συντομωτέρη τε ἐστὶ καὶ βραχύτερος ὁ χῶρος πολλὸν ἤ περ ἡ περίοδός τε καὶ ἀνάβασις. (2) οἵ τε δὴ βάρβαροι οἱ ἀμφὶ Ξέρξην προσήισαν, καὶ οἱ ἀμφὶ Λεωνίδην Ἕλληνες, ὡς τὴν ἐπὶ θανάτῳ ἔξοδον ποιεύμενοι, ἤδη πολλῶ μᾶλλον ἢ κατ᾽ ἀρχὰς ἐπεξήισαν ἐς τὸ εὐρύτερον τοῦ αὐχένος. τὸ μὲν γὰρ ἔρυμα τοῦ τείχεος ἐφυλάσσετο, οἳ δὲ ἀνὰ τὰς προτέρας ἡμέρας ὑπεξιόντες ἐς τὰ στεινόπορα ἐμάχοντο. (3) τότε δὲ συμμίσγοντες ἔξω τῶν στεινῶν ἔπιπτον πλήθεϊ πολλοὶ τῶν βαρβάρων· ὄπισθε γὰρ οἱ ἡγεμόνες τῶν τελέων ἔχοντες μάστιγας ἐρράπιζον πάντα ἄνδρα, αἰεὶ ἐς τὸ πρόσω ἐποτρύνοντες. πολλοὶ μὲν δὴ ἐσέπιπτον αὐτῶν ἐς τὴν θάλασσαν καὶ διεφθείροντο, πολλῷ δ᾽ ἔτι πλεῦνες κατεπατέοντο ζωοὶ ὑπ᾽ ἀλλήλων· ἦν δὲ λόγος οὐδεὶς τοῦ ἀπολλυμένου. (4) ἅτε γὰρ ἐπιστάμενοι τὸν μέλλοντα σφίσι ἔσεσθαι θάνατον ἐκ τῶν περιιόντων τὸ ὄρος, ἀπεδείκνυντο ῥώμης ὅσον εἶχον μέγιστον ἐς τοὺς βαρβάρους, παραχρεώμενοί τε καὶ ἀτέοντες.
224 δόρατα μέν νυν τοῖσι πλέοσι αὐτῶν τηνικαῦτα ἤδη ἐτύγχανε κατεηγότα, οἳ δὲ τοῖσι ξίφεσι διεργάζοντο τοὺς Πέρσας. καὶ Λεωνίδης τε ἐν τούτῳ τῷ πόνῳ πίπτει ἀνὴρ γενόμενος ἄριστος καὶ ἕτεροι μετ᾽ αὐτοῦ ὀνομαστοὶ Σπαρτιητέων, τῶν ἐγὼ ὡς ἀνδρῶν ἀξίων γενομένων ἐπυθόμην τὰ οὐνόματα, ἐπυθόμην δὲ καὶ ἁπάντων τῶν τριηκοσίων. (2) καὶ δὴ Περσέων πίπτουσι ἐνθαῦτα ἄλλοι τε πολλοὶ καὶ ὀνομαστοί, ἐν δὲ δὴ καὶ Δαρείου δύο παῖδες Ἀβροκόμης τε καὶ Ὑπεράνθης, ἐκ τῆς Ἀρτάνεω θυγατρὸς Φραταγούνης γεγονότες Δαρείῳ. ὁ δὲ Ἀρτάνης Δαρείου μὲν τοῦ βασιλέος ἦν ἀδελφεός, Ὑστάσπεος δὲ τοῦ Ἀρσάμεος παῖς· ὃς καὶ ἐκδιδοὺς τὴν θυγατέρα Δαρείῳ τὸν οἶκον πάντα τὸν ἑωυτοῦ ἐπέδωκε, ὡς μούνης οἱ ἐούσης ταύτης τέκνου.
225 Ξέρξεώ τε δὴ δύο ἀδελφεοὶ ἐνθαῦτα πίπτουσι μαχόμενοι, καὶ ὑπὲρ τοῦ νεκροῦ τοῦ Λεωνίδεω Περσέων τε καὶ Λακεδαιμονίων ὠθισμὸς ἐγίνετο πολλός, ἐς ὃ τοῦτόν τε ἀρετῇ οἱ Ἕλληνες ὑπεξείρυσαν καὶ ἐτρέψαντο τοὺς ἐναντίους τετράκις. τοῦτο δὲ συνεστήκεε μέχρι οὗ οἱ σὺν Ἐπιάλτῃ παρεγένοντο. (2) ὡς δὲ τούτους ἥκειν ἐπύθοντο οἱ Ἕλληνες, ἐνθεῦτεν ἤδη ἑτεροιοῦτο τὸ νεῖκος· ἔς τε γὰρ τὸ στεινὸν τῆς ὁδοῦ ἀνεχώρεον ὀπίσω, καὶ παραμειψάμενοι τὸ τεῖχος ἐλθόντες ἵζοντο ἐπὶ τὸν κολωνὸν πάντες ἁλέες οἱ ἄλλοι πλὴν Θηβαίων. ὁ δὲ κολωνὸς ἐστὶ ἐν τῇ ἐσόδῳ, ὅκου νῦν ὁ λίθινος λέων ἕστηκε ἐπὶ Λεωνίδῃ. (3) ἐν τούτῳ σφέας τῷ χώρῳ ἀλεξομένους μαχαίρῃσι, τοῖσι αὐτῶν ἐτύγχανον ἔτι περιεοῦσαι, καὶ χερσὶ καὶ στόμασι κατέχωσαν οἱ βάρβαροι βάλλοντες, οἳ μὲν ἐξ ἐναντίης ἐπισπόμενοι καὶ τὸ ἔρυμα τοῦ τείχεος συγχώσαντες, οἳ δὲ περιελθόντες πάντοθεν περισταδόν.
226 Λακεδαιμονίων δὲ καὶ Θεσπιέων τοιούτων γενομένων ὅμως λέγεται ἀνὴρ ἄριστος γενέσθαι Σπαρτιήτης Διηνέκης· τὸν τόδε φασὶ εἰπεῖν τὸ ἔπος πρὶν ἢ συμμῖξαι σφέας τοῖσι Μήδοισι, πυθόμενον πρός τευ τῶν Τρηχινίων ὡς ἐπεὰν οἱ βάρβαροι ἀπίωσι τὰ τοξεύματα, τὸν ἥλιον ὑπὸ τοῦ πλήθεος τῶν ὀιστῶν ἀποκρύπτουσι· τοσοῦτο πλῆθος αὐτῶν εἶναι. (2) τὸν δὲ οὐκ ἐκπλαγέντα τούτοισι εἰπεῖν ἐν ἀλογίῃ ποιεύμενον τὸ Μήδων πλῆθος, ὡς πάντα σφι ἀγαθὰ ὁ Τρηχίνιος ξεῖνος ἀγγέλλοι, εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ.
227 ταῦτα μὲν καὶ ἄλλα τοιουτότροπα ἔπεα φασὶ Διηνέκεα τὸν Λακεδαιμόνιον λιπέσθαι μνημόσυνα· μετὰ δὲ τοῦτον ἀριστεῦσαι λέγονται Λακεδαιμόνιοι δύο ἀδελφεοί, Ἀλφεός τε καὶ Μάρων Ὀρσιφάντου παῖδες. Θεσπιέων δὲ εὐδοκίμεε μάλιστα τῷ οὔνομα ἦν Διθύραμβος Ἁρματίδεω.
Τα επιγράμματα
[7,228] θαφθεῖσι δέ σφι αὐτοῦ ταύτῃ τῇ περ ἔπεσον, καὶ τοῖσι πρότερον τελευτήσασι ἢ ὑπὸ Λεωνίδεω ἀποπεμφθέντας οἴχεσθαι, ἐπιγέγραπται γράμματα λέγοντα τάδε.μυριάσιν ποτὲ τῇδε τριηκοσίαις ἐμάχοντο ἐκ Πελοποννάσου χιλιάδες τέτορες. (2)
ταῦτα μὲν δὴ τοῖσι πᾶσι ἐπιγέγραπται, τοῖσι δὲ Σπαρτιήτῃσι ἰδίῃ.
ὦ ξεῖν᾽, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι. (3)
Λακεδαιμονίοισι μὲν δὴ τοῦτο, τῷ δὲ μάντι τόδε.
μνῆμα τόδε κλεινοῖο Μεγιστία, ὅν ποτε Μῆδοι Σπερχειὸν ποταμὸν κτεῖναν ἀμειψάμενοι, μάντιος, ὃς τότε κῆρας ἐπερχομένας σάφα εἰδώς οὐκ ἔτλη Σπάρτης ἡγεμόνα προλιπεῖν. (4)
ἐπιγράμμασι μέν νυν καὶ στήλῃσι, ἔξω ἢ τὸ τοῦ μάντιος ἐπίγραμμα, Ἀμφικτύονες εἰσὶ σφέας οἱ ἐπικοσμήσαντες· τὸ δὲ τοῦ μάντιος Μεγιστίεω Σιμωνίδης ὁ Λεωπρέπεος ἐστὶ κατὰ ξεινίην ὁ ἐπιγράψας.
Τέσσερις χιλιάδες άνδρες από τη γη του Πέλοπα
αντιμετώπισαν κάποτε εδώ τρία εκατομμύρια εχθρούς.
Αυτό το επίγραμμα ήταν για όλους. Οι Σπαρτιάτες έχουν μια ειδική επιτάφια επιγραφή, που λέει:
Ξένε, πήγαινε πες στους Σπαρτιάτες ότι εδώ
είμαστε θαμμένοι υπακούοντας στους νόμους τους.
Για τον μάντη Μεγιστία υπάρχει η ακόλουθη επιγραφή:
Εδώ είναι θαμμένος ο ένδοξος Μεγιστίας, που, όταν οι Μήδοι
πέρασαν τον ποταμό Σπερχειό, τον σκότωσαν.
Ένας μάντης, που, αν και γνώριζε πως ο θάνατος ερχόταν,
δε θέλησε να εγκαταλείψει το βασιλιά της Σπάρτης.
Οι κολόνες με τις επιτάφιες επιγραφές στήθηκαν προς τιμή των νεκρών από τους Αμφικτύονες, ενώ το επίγραμμα για το μάντη Μεγιστία ήταν έργο του Σιμωνίδη, γιου του Λεωπρέπη, που το έγραψε για να τιμήσει το φίλο του.
ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ
Έχοντας τους αριθμούς απ’ τον Ηρόδοτο και τον Διόδωρο Σικελιώτη παραθέτουμε τον πάρακάτω πίνακα:
Στρατιώτες | Αριθμοί Ηροδότου | Αριθμοί Διόδωρου |
Σπαρτιάτες | 300 | 300 |
Λακεδαιμόνιοι/ Περίοικοι |
900? | 1.000 (συμπεριλαμβανομένων των Σπαρτιατών?) |
Είλωτες | 900?[61] | – |
Μαντινέοι | 500 | 3.000 (οι άλλοι Πελοποννήσιοι στάλθηκαν με τον Λεωνίδα) |
Τεγεάτες | 500 | |
Αρκάδες (από Ορχομενό) | 120 | |
Άλλοι Αρκάδες | 1.000 | |
Κορίνθιοι | 400 | |
Φλειοί | 200 | |
Μυκηναίοι | 80 | |
Σύνολο των Πελοποννήσιων | 3.100[ ή 4.000 | 4.000 ή 4.300 |
Θεσπιείς | 700 | – |
Μαλιείς | – | 1.000 |
Θηβαίοι | 400 | 400 |
Φωκείς | 1.000 | 1.000 |
Οπούντιοι Λοκροί | «Όλους όσους είχαν» (πανστρατιῇ) | 1.000 |
Σύνολο (όλοι) | 5.200 (ή 6.100) συν οι Οπούντιοι Λοκροί | 7.400 (ή 7.700) |
ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΟΤΙ Η ΑΡΙΘΜΗΣΙΣ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΓΙΝΟΤΑΝΕ ΟΧΙ ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΡΑΒΙΚΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ , ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ(ΛΕΞΑΡΙΘΜΟΙ).
ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ ΑΥΤΗ ΟΠΩΣ ΘΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΔΕΝ ΠΗΡΑΝ ΜΕΡΟΣ 300 ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ ΚΑΙ 700 ΘΕΣΠΙΕΙΣ.ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΕΜΕΙΝΕ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΕΦΙΑΛΤΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΤΩΝ ΑΡΚΑΔΩΝ ΗΤΑΝ ΚΑΙ Η ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΣΚΙΡΙΤΩΝ,ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΛΑΒΑΝ ΜΕΡΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΞΕΡΞΗ,ΟΠΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣ ΤΗΣ , ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΗΚΑΝ ΟΛΟΙ,ΚΑΘΩΣ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΤΟΥ ΠΕΡΣΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ
Τα γεγονότα σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη
Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Ενδεκάτη
Προετοιμασίες των Περσών | |
[11. 1] […] Όταν άρχοντας της Αθήνας ήταν ο Καλλιάδης, οι Ρωμαίοι κατέστησαν υπάτους τον Σπόριο Κάσσιο και τον Πρόκλο Ουεργίνιο Τρίκοστο, ενώ οι Ηλείοι τελούσαν την εβδομηκοστή πέμπτη Ολυμπιάδα, κατά την οποία ο Συρακόσιος Αστύλος νίκησε στον αγώνα δρόμου ενός σταδίου. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο βασιλιάς Ξέρξης εκστράτευσε εναντίον της Ελλάδας για την παρακάτω αιτία. Ο Μαρδόνιος ο Πέρσης ήταν εξάδελφος του Ξέρξη και συγγενής του εξ αγχιστείας, και θαυμαζόταν εξαιρετικά από τους Πέρσες για τη σύνεση και την ανδρεία του. Αυτός ο άντρας, όντας περήφανος και με υψηλό φρόνημα αλλά και βρισκόμενος στην ακμή της ηλικίας του, επιθυμούσε να γίνει αρχηγός μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων, γι’ αυτό έπεισε τον Ξέρξη να υποδουλώσει του Έλληνες που ήταν πάντα εχθροί με τους Πέρσες. Ο Ξέρξης, πεισμένος από αυτόν και θέλοντας να διώξει όλους τους Έλληνες από την πατρίδα του, έστειλε πρέσβεις και συνήψε συμφωνία μαζί τους, έτσι ώστε ο ίδιος να εκστρατεύσει εναντίον των Ελλήνων που κατοικούσαν στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα οι Καρχηδόνιοι να συγκεντρώσουν μεγάλες δυνάμεις και να υποτάξουν τους Έλληνες που κατοικούσαν στην περιοχή της Σικελίας και στην Ιταλία. Σύμφωνα λοιπόν με τις συνθήκες που συνήψαν, οι Καρχηδόνιοι, αφού μάζεψαν μεγάλη ποσότητα χρημάτων, συγκέντρωσαν μισθοφόρους τόσο από την Ιταλία όσο και από τη Λυγιστική καθώς επίσης και από τη Γαλατία και την Ιβηρία, και, επιπλέον, στρατολόγησαν δυνάμεις πολιτών από όλη τη Λιβύη και την Καρχηδόνα. Τελικά, αφού ασχολήθηκαν επί τρία χρόνια με τις προετοιμασίες, συγκέντρωσαν περισσότερους από τριακόσιες χιλιάδες πεζούς και διακόσια πλοία. [11,2]Ο Ξέρξης αμιλλώμενος τους Καρχηδονίους στο ζήλο, τους ξεπέρασε σε όλες τις προετοιμασίες στο βαθμό που υπερείχε των Καρχηδονίων σε πλήθος εθνών υπό τις διαταγές του. Άρχισε να ναυπηγεί πλοία σε όλη την παραθαλάσσια περιοχή που βρισκόταν υπό την εξουσία του, στη Φοινίκη και στην Αίγυπτο, αλλά και στην Κιλικία, την Παμφυλία, και την Πισιδική, καθώς επίσης στη Λυκία, την Καρία, τη Μυσία, την Τρωάδα και στις πόλεις που βρίσκονταν στον Ελλήσποντο, στη Βιθυνία και στον Πόντο. Σε διάστημα προετοιμασίας τριών ετών, όπως και οι Καρχηδόνιοι, κατασκεύασε περισσότερα από χίλια διακόσια πολεμικά πλοία. Τον βοήθησε και ο πατέρας του ο Δαρείος που, πριν τον θάνατό του, είχε εξοπλίσει μεγάλες δυνάμεις. Γιατί κι εκείνος, ηττημένος από τους Αθηναίους στο Μαραθώνα, με αρχηγό του στρατού του το Δάτη, εξακολουθούσε να είναι οργισμένος με τους νικητές Αθηναίους. Ο Δαρείος όμως, ενώ ήταν ήδη έτοιμος να διαβεί εναντίον των Ελλήνων, εμποδίστηκε να το κάνει γιατί πέθανε, οπότε ο Ξέρξης, τόσο λόγω της απαίτησης του πατέρα του όσο και από τη συμβουλή του Μαρδόνιου, αποφάσισε να πολεμήσει τους Έλληνες.
Αναχώρηση των Περσών
ὡς δ´ αὐτῷ πάντα τὰ πρὸς τὴν στρατείαν ἡτοίμαστο, τοῖς μὲν ναυάρχοις παρήγγειλεν ἀθροίζειν τὰς ναῦς εἰς Κύμην καὶ Φώκαιαν, αὐτὸς δ´ ἐξ ἁπασῶν τῶν σατραπειῶν συναγαγὼν τὰς πεζὰς καὶ ἱππικὰς δυνάμεις, προῆγεν ἐκ τῶν Σούσων. ὡς δ´ ἧκεν εἰς Σάρδεις, κήρυκας ἐξέπεμψεν εἰς τὴν Ἑλλάδα, προστάξας εἰς πάσας τὰς πόλεις ἰέναι καὶ τοὺς Ἕλληνας αἰτεῖν ὕδωρ καὶ γῆν. τὴν δὲ στρατιὰν διελόμενος ἐξαπέστειλε τοὺς ἱκανοὺς ζεῦξαι μὲν τὸν Ἑλλήσποντον, διασκάψαι δὲ τὸν Ἄθω κατὰ τὸν αὐχένα τῆς Χερρονήσου, ἅμα μὲν ταῖς δυνάμεσιν ἀσφαλῆ καὶ σύντομον τὴν διέξοδον ποιούμενος, ἅμα δὲ τῷ μεγέθει τῶν ἔργων ἐλπίζων προκαταπλήξεσθαι τοὺς Ἕλληνας. οἱ μὲν οὖν πεμφθέντες ἐπὶ τὴν κατασκευὴν τῶν ἔργων ταχέως ἤνυον διὰ τὴν πολυχειρίαν τῶν ἐργαζομένων. οἱ δ´ Ἕλληνες πυθόμενοι τὸ μέγεθος τῆς τῶν Περσῶν δυνάμεως, ἐξέπεμψαν εἰς Θετταλίαν μυρίους ὁπλίτας τοὺς καταληψομένους τὰς περὶ τὰ Τέμπη παρόδους· ἡγεῖτο δὲ τῶν μὲν Λακεδαιμονίων Εὐαίνετος, τῶν δὲ Ἀθηναίων Θεμιστοκλῆς. οὗτοι δὲ πρὸς τὰς πόλεις πρεσβευτὰς ἀποστείλαντες ἠξίουν ἀποστέλλειν στρατιώτας τοὺς κοινῇ φυλάξοντας τὰς παρόδους· ἔσπευδον γὰρ ἁπάσας τὰς Ἑλληνίδας πόλεις διαλαβεῖν ταῖς προφυλακαῖς καὶ κοινοποιήσασθαι τὸν πρὸς τοὺς Πέρσας πόλεμον. ἐπεὶ δὲ τῶν Θετταλῶν καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων τῶν πλησιοχώρων ταῖς παρόδοις ἔδωκαν οἱ πλείους ὕδωρ τε καὶ γῆν τοῖς ἀφιγμένοις ἀγγέλοις ἀπὸ Ξέρξου, ἀπογνόντες τὴν περὶ τὰ Τέμπη φυλακὴν ἐπανῆλθον εἰς τὴν οἰκείαν.
[…] Ξέρξης δὲ ὡς ἐπύθετο τὸν Ἑλλήσποντον ἐζεῦχθαι καὶ τὸν Ἄθω διεσκάφθαι, προῆγεν ἐκ τῶν Σάρδεων ἐφ´ Ἑλλησπόντου τὴν πορείαν ποιούμενος· ὡς δὲ ἧκεν εἰς Ἄβυδον, διὰ τοῦ ζεύγματος τὴν δύναμιν διήγαγεν εἰς τὴν Εὐρώπην. πορευόμενος δὲ διὰ τῆς Θρᾴκης πολλοὺς προσελαμβάνετο στρατιώτας καὶ τῶν Θρᾳκῶν καὶ τῶν ὁμόρων τούτοις Ἑλλήνων. ὡς δ´ ἧκεν εἰς τὸν ὀνομαζόμενον Δορίσκον, ἐνταῦθα μετεπέμψατο τὸ ναυτικόν, ὥστε ἀμφοτέρας τὰς δυνάμεις εἰς ἕνα τόπον ἀθροισθῆναι. ἐποιήσατο δὲ καὶ τὸν ἐξετασμὸν τῆς στρατιᾶς ἁπάσης· ἠριθμήθησαν δὲ τῆς πεζῆς δυνάμεως μυριάδες πλείους τῶν ὀγδοήκοντα, νῆες δὲ αἱ σύμπασαι μακραὶ πλείους τῶν χιλίων καὶ διακοσίων, καὶ τούτων Ἑλληνίδες τριακόσιαι καὶ εἴκοσι, τὰ μὲν πληρώματα τῶν ἀνδρῶν παρεχομένων τῶν Ἑλλήνων, τὰ δὲ σκάφη τοῦ βασιλέως χορηγοῦντος· αἱ δὲ λοιπαὶ πᾶσαι βαρβαρικαὶ κατηριθμοῦντο·
Όταν λοιπόν όλα είχαν ετοιμαστεί για την εκστρατεία του, ο Ξέρξης παρήγγειλε στους ναυάρχους να συγκεντρώσουν τα πλοία στην Κύμη και στη Φώκαια, ενώ ο ίδιος, αφού συγκέντρωσε τις δυνάμεις του πεζικού και του ιππικού από όλες τις σατραπείες, ξεκίνησε από τα Σούσα. Μόλις έφτασε στις Σάρδεις, έστειλε κήρυκες στην Ελλάδα προστάζοντάς τους να πάνε σε όλες τις πόλεις και να ζητήσουν από τους Έλληνες «γη και ύδωρ» Έπειτα, διαίρεσε τη στρατιά του κι έστειλε ικανό αριθμό αντρών να γεφυρώσουν τον Ελλήσποντο και να σκάψουν μια διώρυγα στον Άθω κατά μήκος του αυχένα της Χερρονήσου, κάνοντας έτσι όχι μόνο τη διάβαση ασφαλή και σύντομη για τις δυνάμεις του αλλά και ελπίζοντας να τρομοκρατήσει τους Έλληνες προκαταβολικά με το μέγεθος των έργων. Αυτοί λοιπόν που στάλθηκαν για την κατασκευή των έργων τα ολοκλήρωναν με ταχύτητα λόγω των πολλών χεριών των εργαζομένων. Οι Έλληνες, μαθαίνοντας το μέγεθος της δύναμης των Περσών, έστειλαν στη Θεσσαλία δέκα χιλιάδες οπλίτες για να καταλάβουν τα περάσματα γύρω από τα Τέμπη. Επικεφαλής των Λακεδαιμονίων ήταν ο Ευαίνετος και ο Αθηναίος ο Θεμιστοκλής. Αυτοί, αφού έστειλαν πρεσβευτές στις πόλεις, ζητούσαν να τους στείλουν στρατιώτες για να φυλάξουν από κοινού τα περάσματα, διότι ήθελαν να κάνουν όλες τις ελληνικές πόλεις να συμμετάσχουν στην εμπροσθοφυλακή και να κάνουν κοινή υπόθεση τον πόλεμο με τους Πέρσες. Επειδή όμως οι περισσότεροι από τους Θεσσαλούς και τους λοιπούς Έλληνες που κατοικούσαν κοντά στα περάσματα είχαν δώσει «γη και ύδωρ» στους αγγελιαφόρους που είχαν φτάσει από τον Ξέρξη, οι δύο στρατηγοί, απελπίστηκαν σχετικά με τη φύλαξη των Τεμπών και ξαναγύρισαν στα μέρη τους.
[ … ] Όταν ο Ξέρξης έμαθε ότι ο Ελλήσποντος είχε γεφυρωθεί και η διώρυγα στον Άθω είχε σκαφτεί, κίνησε από τις Σάρδεις με πορεία προς τον Ελλήσποντο. Φτάνοντας στην Άβυδο, πέρασε το στρατό του μέσα από τη Θράκη αλλά και από τους Έλληνες που συνόρευαν με αυτούς. Μόλις έφτασε στον ονομαζόμενο Δορίσκο, κάλεσε εκεί το ναυτικό έτσι ώστε να έχει και τις δύο δυνάμεις [ναυτικές και χερσαίες] συγκεντρωμένες σε έναν τόπο. Εκεί, έκανε και την επιθεώρηση ολόκληρης της στρατιάς. Ο αριθμός της δύναμης του πεζικού ξεπερνούσε τις οκτακόσιες χιλιάδες άντρες, ενώ το σύνολο των πολεμικών πλοίων ξεπερνούσε τα χίλια διακόσια, από τα οποία τα τριακόσια είκοσι ήταν ελληνικά· τα πληρώματα παρείχαν οι Έλληνες ενώ τα σκάφη τα είχε χορηγήσει ο βασιλιάς. Όλα τα υπόλοιπα λογαριάζονταν ως βαρβαρικά [ … ]Οι πρώτες αντιδράσεις των Ελλήνων
[11,4] Τοῖς δὲ συνέδροις τῶν Ἑλλήνων, ἐπειδὴ πλησίον εἶναι προσαπηγγέλθησαν αἱ τῶν Περσῶν δυνάμεις, ἔδοξε ταχέως ἀποστέλλειν τὴν μὲν ναυτικὴν δύναμιν ἐπ´ Ἀρτεμίσιον τῆς Εὐβοίας, εὔθετον ὁρῶσι τὸν τόπον τοῦτον πρὸς τὴν ἀπάντησιν τῶν πολεμίων, εἰς δὲ τὰς Θερμοπύλας τοὺς ἱκανοὺς ὁπλίτας, προκαταληψομένους τὰς ἐν τοῖς στενοῖς παρόδους καὶ κωλύσοντας προάγειν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα τοὺς βαρβάρους· ἔσπευδον γὰρ τοὺς τὰ τῶν Ἑλλήνων προελομένους ἐντὸς περιλαβεῖν καὶ σώζειν εἰς τὸ δυνατὸν τοὺς συμμάχους. ἡγεῖτο δὲ τοῦ μὲν στόλου παντὸς Εὐρυβιάδης ὁ Λακεδαιμόνιος, τῶν δὲ εἰς Θερμοπύλας ἐκπεμφθέντων Λεωνίδης ὁ τῶν Σπαρτιατῶν βασιλεύς, μέγα φρονῶν ἐπ´ ἀνδρείᾳ καὶ στρατηγίᾳ. οὗτος δὲ λαβὼν τὴν ἐξουσίαν ἐπήγγειλε χιλίοις μόνον ἐπὶ τὴν στρατείαν ἀκολουθεῖν αὐτῷ. τῶν δὲ ἐφόρων λεγόντων ὡς ὀλίγους παντελῶς ἄγει πρὸς μεγάλην δύναμιν, καὶ προσταττόντων πλείονας παραλαμβάνειν, εἶπε πρὸς αὐτοὺς ἐν ἀπορρήτοις ὅτι πρὸς μὲν τὸ κωλῦσαι τοὺς βαρβάρους διελθεῖν τὰς παρόδους ὀλίγοι, πρὸς μέντοι γε τὴν πρᾶξιν ἐφ´ ἣν πορεύονται νῦν πολλοί. αἰνιγματώδους δὲ καὶ ἀσαφοῦς τῆς ἀποκρίσεως γενομένης, ἐπηρώτησαν αὐτὸν εἰ πρὸς εὐτελῆ τινα πρᾶξιν αὐτοὺς ἄγειν διανοεῖται. ἀπεκρίθη δὲ ὅτι τῷ λόγῳ μὲν ἐπὶ τὴν φυλακὴν ἄγει τῶν παρόδων, τῷ δ´ ἔργῳ περὶ τῆς κοινῆς ἐλευθερίας ἀποθανουμένους· ὥστε ἐὰν μὲν οἱ χίλιοι πορευθῶσιν, ἐπιφανεστέραν ἔσεσθαι τὴν Σπάρτην τούτων τελευτησάντων, ἐὰν δὲ πανδημεὶ στρατεύσωσι Λακεδαιμόνιοι, παντελῶς ἀπολεῖσθαι τὴν Λακεδαίμονα· οὐδένα γὰρ αὐτῶν τολμήσειν φεύγειν, ἵνα τύχῃ σωτηρίας. τῶν μὲν οὖν Λακεδαιμονίων ἦσαν χίλιοι, καὶ σὺν αὐτοῖς Σπαρτιᾶται τριακόσιοι, τῶν δ´ ἄλλων Ἑλλήνων τῶν ἅμ´ αὐτοῖς συνεκπεμφθέντων ἐπὶ τὰς Θερμοπύλας τρισχίλιοι. ὁ μὲν οὖν Λεωνίδης μετὰ τετρακισχιλίων προῆγεν ἐπὶ τὰς Θερμοπύλας, Λοκροὶ δὲ οἱ πλησίον τῶν παρόδων κατοικοῦντες ἐδεδώκεσαν μὲν γῆν καὶ ὕδωρ τοῖς Πέρσαις, κατεπηγγελμένοι δ´ ἦσαν προκαταλήψεσθαι τὰς παρόδους· ὡς δ´ ἐπύθοντο τὸν Λεωνίδην ἥκειν εἰς Θερμοπύλας, μετενόησαν καὶ μετέθεντο πρὸς τοὺς Ἕλληνας. ἧκον δὲ εἰς τὰς Θερμοπύλας καὶ Λοκροὶ χίλιοι καὶ Μηλιέων τοσοῦτοι καὶ Φωκέων οὐ πολὺ λειπόμενοι τῶν χιλίων, ὁμοίως δὲ καὶ Θηβαίων ἀπὸ τῆς ἑτέρας μερίδος ὡς τετρακόσιοι· διεφέροντο γὰρ οἱ τὰς Θήβας κατοικοῦντες πρὸς ἀλλήλους περὶ τῆς πρὸς τοὺς Πέρσας συμμαχίας. οἱ μὲν οὖν μετὰ Λεωνίδου συνταχθέντες Ἕλληνες τοσοῦτοι τὸν ἀριθμὸν ὄντες διέτριβον περὶ τὰς Θερμοπύλας, ἀναμένοντες τὴν τῶν Περσῶν παρουσίαν. [11,5] Ξέρξης δὲ μετὰ τὸν ἐξετασμὸν τῶν δυνάμεων προῆγε μετὰ παντὸς τοῦ στρατεύματος, καὶ μέχρι μὲν Ἀκάνθου πόλεως τῇ πεζῇ στρατιᾷ πορευομένῳ συμπαρέπλει πᾶς ὁ στόλος, ἐκεῖθεν δὲ κατὰ τὸν διορυχθέντα τόπον διεκομίσθησαν εἰς τὴν ἑτέραν θάλατταν συντόμως καὶ ἀσφαλῶς. ὡς δ´ ἧκεν ἐπὶ τὸν Μηλιακὸν κόλπον, ἐπύθετο τοὺς πολεμίους προκατειληφέναι τὰς παρόδους. διόπερ ἐνταῦθα προσαναλαβὼν τὴν δύναμιν μετεπέμψατο τοὺς ἀπὸ τῆς Εὐρώπης συμμάχους, οὐ πολὺ λείποντας τῶν εἴκοσι μυριάδων, ὥστ´ ἔχειν αὐτὸν τοὺς σύμπαντας οὐκ ἐλάττους τῶν ἑκατὸν μυριάδων χωρὶς τῆς ναυτικῆς δυνάμεως. ὁ δὲ σύμπας ὄχλος τῶν τε ἐν ταῖς μακραῖς ναυσὶν ὄντων καὶ τῶν τὴν ἀγορὰν καὶ τὴν ἄλλην παρασκευὴν κομιζόντων οὐκ ἐλάττων ἦν τῶν προειρημένων, ὥστε μηδὲν θαυμαστὸν εἶναι τὸ λεγόμενον ὑπὲρ τοῦ πλήθους τῶν ὑπὸ Ξέρξου συναχθέντων· φασὶ γὰρ τοὺς ἀενάους ποταμοὺς διὰ τὴν τοῦ πλήθους συνέχειαν ἐπιλιπεῖν, τὰ δὲ πελάγη τοῖς τῶν νεῶν ἱστίοις κατακαλυφθῆναι. μέγισται μὲν οὖν δυνάμεις τῶν εἰς ἱστορικὴν μνήμην παραδεδομένων αἱ μετὰ Ξέρξου γενόμεναι παραδέδονται.[11,4] Όταν αναγγέλθηκε στους συνέδρους των Ελλήνων ότι οι δυνάμεις των Περσών βρίσκονταν κοντά, θεώρησαν καλό να αποστείλουν γρήγορα τη ναυτική δύναμη στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας, θεωρώντας τον τόπο κατάλληλο για την αντιμετώπιση των εχθρών, και ικανό αριθμό οπλιτών στις Θερμοπύλες για να καταλάβουν εκ των προτέρων τα περάσματα στα στενά και να εμποδίσουν τους βαρβάρους να προχωρήσουν εναντίον της Ελλάδας, διότι προσπάθειά τους ήταν να περιλάβουν όσους είχαν επιλέξει την πλευρά των Ελλήνων και να κάνουν ό,τι ήταν δυνατόν για να διαφυλάξουν τους συμμάχους. Αρχηγός ολόκληρου του στόλου ήταν ο Ευρυβιάδης ο Λακεδαιμόνιος, ενώ εκείνων που εστάλησαν στις Θερμοπύλες ο Λεωνίδας ο βασιλιάς των Σπαρτιατών, άντρας που εκτιμούσε τα μέγιστα την ανδρεία και τη στρατηγική ικανότητα. Όταν ανέλαβε την εξουσία, έδωσε εντολή να τον ακολουθήσουν μόνο χίλιοι στην εκστρατεία. Όταν οι έφοροι του είπαν ότι οδηγούσε πάρα πολύ λίγους εναντίον μεγάλης δύναμης και τον πρόσταξαν να πάρει περισσότερους, τους είπε ανεπίσημα ότι για να εμποδίσουν τους βαρβάρους να περάσουν από τα περάσματα ήταν λίγοι, αλλά για την πράξη προς την οποία πορεύονταν ήταν ήδη πολλοί. Καθώς η απάντηση που δόθηκε ήταν αινιγματική και ασαφής, τον ξαναρώτησαν αν θεωρούσε πως τους οδηγούσε προς κάποια ευτελή πράξη. Εκείνος αποκρίθηκε ότι, στα λόγια, τους οδηγούσε να φυλάξουν τα περάσματα, αλλά, στην πράξη, για να πεθάνουν για την κοινή ελευθερία· έτσι, αν πήγαιναν οι χίλιοι, η Σπάρτη θα γινόταν πιο επιφανής όταν θα πέθαιναν, αλλά αν οι Λακεδαιμόνιοι εκστράτευαν πανδημεί, η Λακεδαίμονα θα χανόταν παντελώς, γιατί κανείς απ’ αυτούς δε θα τολμούσε να τραπεί σε φυγή, ώστε να σωθεί. Υπήρχαν λοιπόν χίλιοι Λακεδαιμόνιοι και μαζί με αυτούς τριακόσιοι Σπαρτιάτες, ενώ οι υπόλοιποι Έλληνες που στάλθηκαν μαζί τους στις Θερμοπύλες ήταν τρεις χιλιάδες. Ο Λεωνίδας λοιπόν μαζί με τέσσερις χιλιάδες άντρες βάδιζε προς τις Θερμοπύλες, ενώ οι Λοκροί που κατοικούσαν κοντά στα περάσματα είχαν δώσει γη και ύδωρ στους Πέρσες και είχαν υποσχεθεί ότι θα καταλάμβαναν εκ των προτέρων τα περάσματα. Μόλις έμαθαν ότι ο Λεωνίδας έφτανε στις Θερμοπύλες, μετάνιωσαν και πήγαν με την πλευρά των Ελλήνων. Πήγαν λοιπόν στις Θερμοπύλες χίλιοι Λοκροί, άλλοι τόσοι Μηλιείς και περίπου χίλιοι Φωκείς, καθώς και περίπου τετρακόσιοι Θηβαίοι από την άλλη παράταξη, γιατί οι κάτοικοι των Θηβών είχαν διχαστεί ως προς τη συμμαχία με τους Πέρσες. Οι Έλληνες λοιπόν που είχαν συνταχθεί με τον Λεωνίδα, όντας τόσοι σε αριθμό, κάθονταν στις Θερμοπύλες περιμένοντας την άφιξη των Περσών.
Ο Ξέρξης, μετά την επιθεώρηση των δυνάμεων, προχώρησε με όλο του το στράτευμα, ενώ όλος ο στόλος έπλεε παράλληλα με την πορεία του πεζικού μέχρι την πόλη Άκανθο. Από εκεί τα πλοία πέρασαν, μέσα από το μέρος όπου είχε ανοιχτεί η διώρυγα, στην άλλη θάλασσα γρήγορα και με ασφάλεια. Όταν όμως ο Ξέρξης έφτασε στον Μαλιακό κόλπο, πληροφορήθηκε ότι οι αντίπαλοι είχαν προκαταλάβει τα περάσματα. Γι’ αυτό, αφού συγκέντρωσε πάλι εκεί το σύνολο της δύναμής του, κάλεσε τους συμμάχους του από την Ευρώπη, που ήταν κάτι λιγότερο από διακόσιες χιλιάδες άντρες. Έτσι λοιπόν, είχε συνολικά όχι λιγότερους από ένα εκατομμύριο στρατιώτες, χώρια τη ναυτική δύναμη. Το πλήθος των ανδρών που βρίσκονταν στα πολεμικά πλοία και που μετέφεραν τις προμήθειες και τον υπόλοιπο εξοπλισμό δεν ήταν μικρότερο από αυτό που προαναφέραμε, ώστε δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό σε ό,τι λέγεται για το πλήθος που είχε συγκεντρώσει ο Ξέρξης, γιατί λένε πως τα ποτάμια που είχαν πάντα νερό στέρεψαν εξαιτίας του ατελείωτου πλήθους, ενώ τα πελάγη καλύφθηκαν ολότελα από τα πανιά των πλοίων. Οι μεγαλύτερες λοιπόν δυνάμεις των οποίων η περιγραφή έχει παραδοθεί στην ιστορική μνήμη είναι αυτές που συνόδευαν τον Ξέρξη.
Οι Πέρσες στις Θερμοπύλες
τῶν δὲ Περσῶν κατεστρατοπεδευκότων παρὰ τὸν Σπερχειὸν ποταμόν, ὁ μὲν Ξέρξης ἀπέστειλεν ἀγγέλους εἰς τὰς Θερμοπύλας, τοὺς ἅμα μὲν κατασκεψομένους τίνα διάνοιαν ἔχουσι περὶ τοῦ πρὸς αὐτὸν πολέμου· προσέταξε δ´ αὐτοῖς παραγγέλλειν, ὅτι βασιλεὺς Ξέρξης κελεύει τὰ μὲν ὅπλα πάντας ἀποθέσθαι, αὐτοὺς δὲ ἀκινδύνους εἰς τὰς πατρίδας ἀπιέναι καὶ συμμάχους εἶναι Περσῶν· καὶ ταῦτα πράξασιν αὐτοῖς ἐπηγγείλατο δώσειν χώραν τοῖς Ἕλλησι πλείω καὶ βελτίω τῆς νῦν ὑπ´ αὐτῶν κατεχομένης. οἱ δὲ περὶ τὸν Λεωνίδην ἀκούσαντες τῶν ἀγγέλων ἀπεκρίναντο, ὅτι καὶ συμμαχοῦντες τῷ βασιλεῖ χρησιμώτεροι μετὰ τῶν ὅπλων ἔσονται καὶ πολεμεῖν ἀναγκαζόμενοι μετὰ τούτων γενναιότερον ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας ἀγωνιοῦνται· περὶ δὲ τῆς χώρας ἣν ὑπισχνεῖται δώσειν, ὅτι πάτριόν ἐστι τοῖς Ἕλλησι μὴ διὰ κακίαν, ἀλλὰ δι´ ἀρετὴν κτᾶσθαι χώραν.
Αφού οι Πέρσες στρατοπέδευσαν κοντά στο Σπερχειό ποταμό, ο Ξέρξης έστειλε αγγελιαφόρους στις Θερμοπύλες για να ανακαλύψουν, μεταξύ άλλων, τι σκόπευαν να κάνουν οι Έλληνες σχετικά με τον πόλεμο μαζί του. Πρόσταξε επίσης τους αγγελιοφόρους να τους παραγγείλουν ότι ο βασιλιάς Ξέρξης προστάζει να αφήσουν όλοι τα όπλα τους, να επιστρέψουν χωρίς κανένα κίνδυνο στις πατρίδες τους και να συμμαχήσουν με τους Πέρσες· όταν θα τα έκαναν αυτά, τους υποσχέθηκε ότι θα έδινε στους Έλληνες μεγαλύτερη και καλύτερη χώρα από αυτή που κατείχαν τώρα. Ο Λεωνίδας, αφού άκουσε τους αγγελιαφόρους, αποκρίθηκε ότι, ακόμα κι αν συμμαχούσαν με το βασιλιά, θα του ήταν πιο χρήσιμοι με τα όπλα τους, αλλά και αν αναγκάζονταν να πολεμήσουν εναντίον του, θα αγωνίζονταν με αυτά με μεγαλύτερη γενναιότητα υπέρ της ελευθερίας· όσο για τη χώρα που υποσχόταν να τους δώσει, αποκρίθηκε πως είναι πατρογονική συνήθεια στους Έλληνες να μην αποκτούν γη με τη δειλία αλλά με την ανδρεία.
Ο Δημάρατος
[11,6] Ὁ δὲ βασιλεὺς ἀκούσας παρὰ τῶν ἀγγέλων τὰς τῶν Ἑλλήνων ἀποκρίσεις προσεκαλέσατο Δημάρατον Σπαρτιάτην, ἐκ τῆς πατρίδος πεφευγότα πρὸς αὐτόν, καταγελάσας δὲ τῶν ἀποκρίσεων ἐπηρώτησε τὸν Λάκωνα, Πότερον οἱ Ἕλληνες ὀξύτερον τῶν ἐμῶν ἵππων φεύξονται ἢ πρὸς τηλικαύτας δυνάμεις παρατάξασθαι τολμήσουσι; τὸν δὲ Δημάρατον εἰπεῖν φασιν ὡς Οὐδ´ αὐτὸς σὺ τὴν ἀνδρείαν τῶν Ἑλλήνων ἀγνοεῖς· τοὺς γὰρ ἀφισταμένους τῶν βαρβάρων Ἑλληνικαῖς δυνάμεσι καταπολεμεῖς· ὥστε μὴ νόμιζε τοὺς ὑπὲρ τῆς σῆς ἀρχῆς ἄμεινον τῶν Περσῶν ἀγωνιζομένους ὑπὲρ τῆς ἰδίας ἐλευθερίας ἧττον κινδυνεύσειν πρὸς τοὺς Πέρσας. ὁ δὲ Ξέρξης καταγελάσας αὐτοῦ προσέταξεν ἀκολουθεῖν, ὅπως ἴδῃ φεύγοντας τοὺς Λακεδαιμονίους. τὴν δὲ δύναμιν ἀναλαβὼν ἧκεν ἐπὶ τοὺς ἐν Θερμοπύλαις Ἕλληνας, προτάξας ἁπάντων τῶν ἐθνῶν Μήδους, εἴτε δι´ ἀνδρείαν προκρίνας αὐτοὺς εἴτε καὶ βουλόμενος ἅπαντας ἀπολέσαι· ἐνῆν γὰρ ἔτι φρόνημα τοῖς Μήδοις, τῆς τῶν προγόνων ἡγεμονίας οὐ πάλαι καταπεπονημένης. συνέβη δὲ ἐν τοῖς Μήδοις εἶναι καὶ τῶν ἐν Μαραθῶνι τετελευτηκότων ἀδελφοὺς καὶ υἱούς, νομίζων τούτους ἐκθυμότατα τιμωρήσεσθαι τοὺς Ἕλληνας. οἱ μὲν οὖν Μῆδοι τοῦτον τὸν τρόπον συνταχθέντες προσέπεσον τοῖς φυλάττουσι τὰς Θερμοπύλας· ὁ δὲ Λεωνίδης εὖ παρεσκευασμένος συνήγαγε τοὺς Ἕλληνας ἐπὶ τὸ στενώτατον τῆς παρόδου. [11,6] Ο βασιλιάς, όταν έμαθε από τους αγγελιαφόρους την απάντηση των Ελλήνων, κάλεσε τον Σπαρτιάτη Δημάρατο, που είχε εξοριστεί από την πατρίδα του και είχε καταφύγει σ’ αυτόν, και, περιγελώντας τις απαντήσεις, ρώτησε το Λάκωνα: «Θα το βάλουν στα πόδια οι Έλληνες γρηγορότερα από τα άλογά μου ή θα τολμήσουν να αντιπαραταχθούν σε τόσο μεγάλες δυνάμεις;» Λένε πως ο Δημάρατος είπε: «Ούτε εσύ ο ίδιος αγνοείς την ανδρεία των Ελλήνων, γιατί τους βαρβάρους που εξεγείρονται τους πολεμάς με ελληνικές δυνάμεις. Μη φαντάζεσαι λοιπόν ότι εκείνους που μάχονται καλύτερα από τους Πέρσες για να διατηρήσουν τη δική σου εξουσία, για τη δική τους ελευθερία θα διακινδυνεύσουν τη ζωή τους λιγότερο ενάντια στους Πέρσες. Ο Ξέρξης όμως τον περιγέλασε και τον πρόσταξε να ακολουθήσει για να δει τους Λακεδαιμονίους να τρέπονται σε φυγή. Πήρε λοιπόν το στρατό του και βάδισε εναντίον των Ελλήνων στις Θερμοπύλες, τοποθετώντας τους Μήδους μπροστά από όλα τα έθνη· επιλέγοντάς τους είτε λόγω της ανδρείας του ή επειδή ήθελε να τους εξολοθρεύσει. Διότι οι Μήδοι εξακολουθούσαν να έχουν υψηλό φρόνημα, μια που η ηγεμονία των προγόνων τους δεν είχε πολύ καιρό που είχε καταβληθεί. Συνέβη μάλιστα να είναι στους Μήδους αδελφοί και γιοι εκείνων που είχαν πεθάνει στον Μαραθώνα … πιστεύοντας ότι θα επιζητούσαν με όλη τους την καρδιά να πάρουν εκδίκηση από τους Έλληνες. Οι Μήδοι λοιπόν, αφού συντάχθηκαν για μάχη με τούτο τον τρόπο, επιτέθηκαν στους υπερασπιστές των Θερμοπυλών, ο Λεωνίδας όμως, καλά προετοιμασμένος, συγκέντρωσε τους Έλληνες στο πιο στενό σημείο του περάσματος.Η πρώτη ημέρα της μάχης [11,7] γενομένης δὲ μάχης καρτερᾶς, καὶ τῶν μὲν βαρβάρων θεατὴν ἐχόντων τῆς ἀρετῆς τὸν βασιλέα, τῶν δὲ Ἑλλήνων μιμνησκομένων τῆς ἐλευθερίας καὶ παρακαλουμένων ὑπὸ τοῦ Λεωνίδου πρὸς τὸν ἀγῶνα, θαυμαστὸν συνέβαινε γίνεσθαι τὸν κίνδυνον. συστάδην γὰρ οὔσης τῆς μάχης καὶ τῶν πληγῶν ἐκ χειρὸς γινομένων, ἔτι δὲ τῆς συστάσεως πεπυκνωμένης, ἐπὶ πολὺν χρόνον ἰσόρροπος ἦν ἡ μάχη. τῶν δ´ Ἑλλήνων ὑπερεχόντων ταῖς ἀρεταῖς καὶ τῷ μεγέθει τῶν ἀσπίδων, μόγις ἐνέδωκαν οἱ Μῆδοι· πολλοὶ μὲν γὰρ αὐτῶν ἔπεσον, οὐκ ὀλίγοι δὲ κατετραυματίσθησαν. τοῖς δὲ Μήδοις ἐπιτεταγμένοι Κίσσιοι καὶ Σάκαι κατ´ ἀρετὴν ἐπίλεκτοι διεδέξαντο τὴν μάχην, καὶ νεοχμοὶ πρὸς διαπεπονημένους συμβαλόντες ὀλίγον μὲν χρόνον ὑπέμενον τὸν κίνδυνον, κτεινόμενοι δ´ ὑπὸ τῶν περὶ τὸν Λεωνίδην καὶ βιασθέντες ὑπεχώρησαν· ἀσπίσι γὰρ καὶ πέλταις μικραῖς οἱ βάρβαροι χρώμενοι κατὰ μὲν τὰς εὐρυχωρίας ἐπλεονέκτουν, εὐκίνητοι γινόμενοι, κατὰ δὲ τὰς στενοχωρίας τοὺς μὲν πολεμίους οὐκ εὐχερῶς ἐτίτρωσκον, συμπεφραγμένους καὶ μεγάλαις ἀσπίσι σκεπαζομένους ὅλον τὸ σῶμα, αὐτοὶ δὲ διὰ τὰς κουφότητας τῶν σκεπαστηρίων ὅπλων ἐλαττούμενοι πυκνοῖς τραύμασι περιέπιπτον. τέλος δὲ ὁ Ξέρξης ὁρῶν πάντα μὲν τὸν περὶ τὰς παρόδους τόπον νεκρῶν ἐστρωμένον, τοὺς δὲ βαρβάρους οὐχ ὑπομένοντας τὰς τῶν Ἑλλήνων ἀρετάς, προσέπεμψε τοὺς τῶν Περσῶν ἐπιλέκτους, ὀνομαζομένους ἀθανάτους καὶ δοκοῦντας ταῖς ἀνδραγαθίαις πρωτεύειν τῶν συστρατευομένων. ὡς δὲ καὶ οὗτοι βραχὺν ἀντιστάντες χρόνον ἔφυγον, τότε μὲν τῆς νυκτὸς ἐπιλαβούσης διελύθησαν, παρὰ μὲν τοῖς βαρβάροις πολλῶν ἀνῃρημένων, παρὰ δὲ τοῖς Ἕλλησιν ὀλίγων πεπτωκότων.
Η δεύτερη ημέρα της μάχης
[11,8] τῇ δ´ ὑστεραίᾳ Ξέρξης μέν, παρὰ προσδοκίαν αὐτῷ τῆς μάχης λαβούσης τὸ τέλος, ἐξ ἁπάντων τῶν ἐθνῶν ἐπέλεξε τοὺς δοκοῦντας ἀνδρείᾳ καὶ θράσει διαφέρειν, καὶ πολλὰ δεηθεὶς αὐτῶν προεῖπεν, ὅτι βιασαμένοις μὲν αὐτοῖς τὴν εἴσοδον δωρεὰς ἀξιολόγους δώσει, φεύγουσι δὲ θάνατος ἔσται τὸ πρόστιμον. τούτων δὲ μετὰ μεγάλης συστροφῆς καὶ βίας ἐπιρραξάντων τοῖς Ἕλλησιν, οἱ περὶ Λεωνίδην τότε συμφράξαντες καὶ τείχει παραπλησίαν ποιησάμενοι τὴν σύστασιν ἐκθύμως ἠγωνίζοντο. ἐπὶ τοσοῦτο δὲ προέβησαν ταῖς προθυμίαις, ὥστε τοὺς εἰωθότας ἐκ διαδοχῆς μεταλαμβάνειν τῆς μάχης οὐ συνεχώρησαν, ἀλλὰ τῇ συνεχείᾳ τῆς κακοπαθείας περιγενόμενοι πολλοὺς ἀνῄρουν τῶν ἐπιλέκτων βαρβάρων. ἐνημερεύοντες δὲ τοῖς κινδύνοις ἡμιλλῶντο πρὸς ἀλλήλους· οἱ μὲν γὰρ πρεσβύτεροι πρὸς τὰς τῶν νέων ἀκμὰς παρεβάλλοντο, οἱ δὲ νεώτεροι πρὸς τὰς τῶν πρεσβυτέρων ἐμπειρίας τε καὶ δόξας ἡμιλλῶντο. τέλος δὲ φευγόντων καὶ τῶν ἐπιλέκτων, οἱ τὴν ἐπιτεταγμένην στάσιν ἔχοντες τῶν βαρβάρων συμφράξαντες οὐκ εἴων φεύγειν τοὺς ἐπιλέκτους· διόπερ ἠναγκάζοντο πάλιν ἀναστρέφειν καὶ μάχεσθαι. [11,8] Την επομένη, ο Ξέρξης, τώρα που η μάχη είχε τελειώσει αντίθετα από τις προσδοκίες του, διάλεξε από όλα τα έθνη τους άντρες οι οποίοι θεωρούνταν ότι υπερείχαν σε ανδρεία και τόλμη και μετά από πολλές παρακλήσεις τους ανήγγειλε προκαταβολικά ότι αν μεν κατάφερναν να παραβιάσουν την είσοδο θα τους έδινε αξιόλογα δώρα, αλλά αν τρέπονταν σε φυγή η ποινή θα ήταν ο θάνατος. Ετούτοι όρμησαν στους Έλληνες σε πολύ πυκνή διάταξη και με μεγάλη βιαιότητα, αλλά τότε οι άντρες του Λεωνίδα πύκνωσαν κι αυτοί τις γραμμές τους και κάνοντας την παράταξή τους σαν τοίχος αγωνίζονταν μανιασμένα. Ο ζήλος τους έφτασε σε τέτοιο βαθμό ώστε οι γραμμές που συνηθίζεται να μετέχουν εκ περιτροπής στη μάχη δεν υποχωρούσαν, αλλά υπομένοντας αδιαλείπτως τα δεινά σκότωναν πολλούς από τους επίλεκτους βαρβάρους. Πολεμώντας όλη την ημέρα, αμιλλόταν ο ένας τον άλλο· οι μεγαλύτεροι σε ηλικία παραβάλλονταν με την ακμή των νέων, ενώ οι νεότεροι συναγωνίζονταν την εμπειρία και τη δόξα των μεγαλυτέρων. Όταν τελικά τράπηκαν σε φυγή και οι επίλεκτοι, οι βάρβαροι που ήταν παραταγμένοι πίσω από αυτούς, πύκνωσαν πάλι τις γραμμές τους και δεν άφηναν τους επίλεκτους να τραπούν σε φυγή, κι έτσι αναγκάζονταν να στραφούν πάλι κατά μπρος και να πολεμήσουν.Ο Εφιάλτης
ἀπορουμένου δὲ τοῦ βασιλέως καὶ νομίζοντος μηδένα τολμήσειν ἔτι μάχεσθαι, ἧκε πρὸς αὐτὸν Τραχίνιός τις τῶν ἐγχωρίων, ἔμπειρος ὢν τῆς ὀρεινῆς χώρας. οὗτος τῷ Ξέρξῃ προσελθὼν ἐπηγγείλατο διά τινος ἀτραποῦ στενῆς καὶ παρακρήμνου τοὺς Πέρσας ὁδηγήσειν, ὥστε γενέσθαι τοὺς συνελθόντας αὐτῷ κατόπιν τῶν περὶ τὸν Λεωνίδην, καὶ τούτῳ τῷ τρόπῳ περιληφθέντας αὐτοὺς εἰς τὸ μέσον ῥᾳδίως ἀναιρεθήσεσθαι. ὁ δὲ βασιλεὺς περιχαρὴς ἐγένετο, καὶ τιμήσας δωρεαῖς τὸν Τραχίνιον συνεξέπεμψεν αὐτῷ στρατιώτας δισμυρίους νυκτός. τῶν δὲ παρὰ τοῖς Πέρσαις τις ὄνομα Τυρραστιάδας, τὸ γένος ὢν Κυμαῖος, φιλόκαλος δὲ καὶ τὸν τρόπον ὢν ἀγαθός, διαδρὰς ἐκ τῆς τῶν Περσῶν παρεμβολῆς νυκτὸς ἧκε πρὸς τοὺς περὶ τὸν Λεωνίδην, καὶ τὰ περὶ τὸν Τραχίνιον ἀγνοοῦσιν ἐδήλωσεν.
[11,9] Ἀκούσαντες δ´ οἱ Ἕλληνες συνήδρευσαν περὶ μέσας νύκτας καὶ ἐβουλεύοντο περὶ τῶν ἐπιφερομένων κινδύνων. ἔνιοι μὲν οὖν ἔφασαν δεῖν παραχρῆμα καταλιπόντας τὰς παρόδους διασώζεσθαι πρὸς τοὺς συμμάχους· ἀδύνατον γὰρ εἶναι τοῖς μείνασι τυχεῖν σωτηρίας· Λεωνίδης δὲ ὁ βασιλεὺς τῶν Λακεδαιμονίων φιλοτιμούμενος αὑτῷ τε δόξαν περιθεῖναι μεγάλην καὶ τοῖς Σπαρτιάταις, προσέταξε τοὺς μὲν ἄλλους Ἕλληνας ἅπαντας ἀπιέναι καὶ σώζειν ἑαυτούς, ἵνα κατὰ τὰς ἄλλας μάχας συναγωνίζωνται τοῖς Ἕλλησιν, αὐτοὺς δὲ τοὺς Λακεδαιμονίους ἔφησε δεῖν μένειν καὶ τὴν φυλακὴν τῶν παρόδων μὴ λιπεῖν· πρέπειν γὰρ τοὺς ἡγουμένους τῆς Ἑλλάδος ὑπὲρ τῶν πρωτείων ἀγωνιζομένους ἀποθνήσκειν ἑτοίμως. εὐθὺς οὖν οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ἀπηλλάγησαν, ὁ δὲ Λεωνίδης μετὰ τῶν πολιτῶν ἡρωικὰς πράξεις καὶ παραδόξους ἐπετελέσατο. ὀλίγων δ´ ὄντων Λακεδαιμονίων, Θεσπιεῖς γὰρ μόνους παρακατέσχε, καὶ τοὺς σύμπαντας ἔχων οὐ πλείους τῶν πεντακοσίων, ἕτοιμος ἦν ὑποδέξασθαι τὸν ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος θάνατον. μετὰ δὲ ταῦτα οἱ μὲν μετὰ τοῦ Τραχινίου Πέρσαι περιελθόντες τὰς δυσχωρίας ἄφνω τοὺς περὶ τὸν Λεωνίδην ἀπέλαβον εἰς τὸ μέσον, οἱ δ´ Ἕλληνες τὴν μὲν σωτηρίαν ἀπογνόντες, τὴν δ´ εὐδοξίαν ἑλόμενοι, μιᾷ φωνῇ τὸν ἡγούμενον ἠξίουν ἄγειν ἐπὶ τοὺς πολεμίους, πρὶν ἢ γνῶναι τοὺς Πέρσας τὴν τῶν ἰδίων περίοδον. Λεωνίδης δὲ τὴν ἑτοιμότητα τῶν στρατιωτῶν ἀποδεξάμενος, τούτοις παρήγγειλε ταχέως ἀριστοποιεῖσθαι, ὡς ἐν ᾅδου δειπνησομένους· αὐτὸς δ´ ἀκολούθως τῇ παραγγελίᾳ τροφὴν προσηνέγκατο, νομίζων οὕτω δυνήσεσθαι πολὺν χρόνον ἰσχύειν καὶ φέρειν τὴν ἐν τοῖς κινδύνοις ὑπομονήν. ἐπεὶ δὲ συντόμως ἀναλαβόντες αὑτοὺς ἕτοιμοι πάντες ὑπῆρξαν, παρήγγειλε τοῖς στρατιώταις εἰσπεσόντας εἰς τὴν παρεμβολὴν φονεύειν τοὺς ἐντυγχάνοντας καὶ ἐπ´ αὐτὴν ὁρμῆσαι τὴν τοῦ βασιλέως σκηνήν.
Κι ενώ ο βασιλιάς δεν ήξερε τι να κάνει και πίστευε πως κανένας δε θα τολμούσε πια να μπει στη μάχη, πήγε σ’ αυτόν κάποιος ντόπιος Τραχίνιος, που γνώριζε καλά την ορεινή περιοχή. Αυτός, αφού παρουσιάστηκε στον Ξέρξη, του υποσχέθηκε να οδηγήσει τους Πέρσες μέσα από κάποιο στενό και απόκρημνο μονοπάτι, έτσι ώστε εκείνοι που θα πήγαιναν μαζί του θα βρίσκονταν πίσω από τους άντρες του Λεωνίδα, οι οποίοι θα βρίσκονταν έτσι περικυκλωμένοι και θα ήταν εύκολο να σκοτωθούν. Ο βασιλιάς καταχάρηκε και, αφού τίμησε με δώρα τον Τραχίνιο, έστειλε μαζί του τη νύχτα είκοσι χιλιάδες στρατιώτες. Κάποιος όμως από τους Πέρσες ονόματι Τυρραστιάδας, που καταγόταν από την Κύμη, έντιμος άνθρωπος και καλού χαρακτήρα, δραπέτευσε από το στρατόπεδο των Περσών τη νύχτα και πήγε στους άντρες του Λεωνίδα φανερώνοντάς τους τα σχετικά με τον Τραχίνιο που αγνοούσαν.
[11,9] Μαθαίνοντάς τα οι Έλληνες συνεδρίασαν μέσα στη μέση της νύχτας και συσκέπτονταν σχετικά τους επικείμενους κινδύνους. Μερικοί λοιπόν είπαν ότι έπρεπε να εγκαταλείψουν αμέσως τα περάσματα και να αναζητήσουν ασφάλεια κοντά στους συμμάχους, γιατί ήταν αδύνατο να σωθούν όσοι θα έμεναν. Ο Λεωνίδας όμως, ο βασιλιάς των Λακεδαιμονίων, φιλοδοξώντας να περιβάλει τόσο τον εαυτό του όσο και τους Σπαρτιάτες με μεγάλη δόξα, πρόσταξε όλους τους άλλους Έλληνες να φύγουν και να σωθούν, έτσι ώστε στις άλλες μάχες να πολεμήσουν μαζί με τους Έλληνες, οι ίδιοι όμως οι Λακεδαιμόνιοι, είπε, έπρεπε να μείνουν και να μην εγκαταλείψουν τη φύλαξη των περασμάτων, διότι εκείνοι που ηγούνται της Ελλάδας οφείλουν να πεθαίνουν πρόθυμα αγωνιζόμενοι για τα πρωτεία. Αμέσως λοιπόν όλοι οι άλλοι έφυγαν, ενώ ο Λεωνίδας μαζί με τους συμπολίτες του εκτέλεσε ηρωικές και εκπληκτικές πράξεις. Μολονότι οι Λακεδαιμόνιοι ήταν λίγοι, γιατί είχε κρατήσει μόνο τους Θεσπιείς και συνολικά δεν είχε περισσότερους από πεντακόσιους άντρες, ήταν έτοιμος να υποδεχτεί το θάνατο για χάρη της Ελλάδας. Μετά από αυτά, οι Πέρσες που συνόδευαν τον Τραχίνιοι, αφού έκαναν το γύρο της δύσβατης περιοχής, βρέθηκαν ξαφνικά πίσω από τους άντρες του Λεωνίδα, και οι Έλληνες, έχοντας παραιτηθεί από κάθε ελπίδα σωτηρίας και επιλέγοντας την καλή φήμη, ζητούσαν με μια φωνή από τον αρχηγό τους να τους οδηγήσει εναντίον των εχθρών, πριν μάθουν οι Πέρσες ότι οι δικοί τους είχαν κάνει τον κύκλο. Ο Λεωνίδας, αποδεχόμενος την ετοιμότητα των στρατιωτών του, τους παρήγγειλε να ετοιμάσουν γρήγορα το πρωινό τους, αφού το δείπνο τους θα το έπαιρναν στον Άδη. Όσο για τον ίδιο, έφαγε επίσης, σύμφωνα με τη διαταγή που είχε δώσει, πιστεύοντας πως έτσι θα μπορούσε να διατηρήσει τις δυνάμεις του για πολύ χρόνο και να έχει αντοχή στους κινδύνους της μάχης. Μόλις ανέλαβαν μετά από λίγο τις δυνάμεις τους και ήταν όλοι έτοιμοι, ο Λεωνίδας πρόσταξε τους στρατιώτες να επιτεθούν στο στρατόπεδο των αντιπάλων, να σκοτώσουν όσους συναντήσουν και να ορμήσουν στην ίδια τη σκηνή του βασιλιά.Η τρίτη ημέρα της μάχης
[11,10] οὗτοι μὲν οὖν ἀκολούθως ταῖς παραγγελίαις συμφράξαντες νυκτὸς εἰσέπεσον εἰς τὴν τῶν Περσῶν στρατοπεδείαν, προκαθηγουμένου τοῦ Λεωνίδου· οἱ δὲ βάρβαροι διάτε τὸ παράδοξον καὶ τὴν ἄγνοιαν μετὰ πολλοῦ θορύβου συνέτρεχον ἐκ τῶν σκηνῶν ἀτάκτως, καὶ νομίσαντες τοὺς μετὰ τοῦ Τραχινίου πορευομένους ἀπολωλέναι καὶ τὴν δύναμιν ἅπασαν τῶν Ἑλλήνων παρεῖναι, κατεπλάγησαν. διὸ καὶ πολλοὶ μὲν ὑπὸ τῶν περὶ τὸν Λεωνίδην ἀνῃροῦντο, πλείους δὲ ὑπὸ τῶν ἰδίων ὡς ὑπὸ πολεμίων διὰ τὴν ἄγνοιαν ἀπώλοντο. ἥ τε γὰρ νὺξ ἀφῃρεῖτο τὴν ἀληθινὴν ἐπίγνωσιν, ἥ τε ταραχὴ καθ´ ὅλην οὖσα τὴν στρατοπεδείαν εὐλόγως πολὺν ἐποίει φόνον· ἔκτεινον γὰρ ἀλλήλους, οὐ διδούσης τῆς περιστάσεως τὸν ἐξετασμὸν ἀκριβῆ διὰ τὸ μήτε ἡγεμόνος παραγγελίαν μήτε συνθήματος ἐρώτησιν μήτε ὅλως διανοίας κατάστασιν ὑπάρχειν. εἰ μὲν οὖν ὁ βασιλεὺς ἔμεινεν ἐπὶ τῆς βασιλικῆς σκηνῆς, ῥᾳδίως ἂν καὶ αὐτὸς ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων ἀνῄρητο καὶ ὁ πόλεμος ἅπας ταχείας ἂν ἐτετεύχει καταλύσεως· νῦν δ´ ὁ μὲν Ξέρξης ἦν ἐκπεπηδηκὼς πρὸς τὴν ταραχήν, οἱ δ´ Ἕλληνες εἰσπεσόντες εἰς τὴν σκηνὴν τοὺς ἐγκαταληφθέντας ἐν αὐτῇ σχεδὸν ἅπαντας ἐφόνευσαν. τῆς δὲ νυκτὸς καθεστώσης ἐπλανῶντο καθ´ ὅλην τὴν παρεμβολὴν ζητοῦντες τὸν Ξέρξην εὐλόγως· ἡμέρας δὲ γενομένης καὶ τῆς ὅλης περιστάσεως δηλωθείσης, οἱ μὲν Πέρσαι θεωροῦντες ὀλίγους ὄντας τοὺς Ἕλληνας, κατεφρόνησαν αὐτῶν, καὶ κατὰ στόμα μὲν οὐ συνεπλέκοντο, φοβούμενοι τὰς ἀρετὰς αὐτῶν, ἐκ δὲ τῶν πλαγίων καὶ ἐξόπισθεν περιιστάμενοι καὶ πανταχόθεν τοξεύοντες καὶ ἀκοντίζοντες ἅπαντας ἀπέκτειναν. οἱ μὲν οὖν μετὰ Λεωνίδου τὰς ἐν Θερμοπύλαις παρόδους τηροῦντες τοιοῦτον ἔσχον τοῦ βίου τὸ τέλος. [11,10] Εκείνοι λοιπόν, σύμφωνα με τις εντολές του, έπεσαν, ενώ ήταν ακόμη νύχτα, σαν ένα σώμα στο στρατόπεδο των Περσών, με τον Λεωνίδα επικεφαλής να τους οδηγεί. Οι βάρβαροι, τόσο λόγω του αναπάντεχου της επίθεσης όσο και από άγνοια, έβγαιναν από τις σκηνές όλοι μαζί τρέχοντας άτακτα μέσα σε μεγάλη ταραχή, και νομίζοντας ότι οι στρατιώτες που είχαν φύγει με τον Τραχίνιο είχαν χαθεί και ότι είχε έρθει καταπάνω τους όλη η δύναμη των Ελλήνων, κατατρόμαξαν. Γι’ αυτό και σκοτώθηκαν πολλοί από τους άντρες του Λεωνίδα, αλλά ακόμη περισσότεροι χάθηκαν από τους ίδιους τους συντρόφους τους που, μέσα στην άγνοιά τους, τους περνούσαν για εχθρούς. Γιατί, από τη μια, η νύχτα στερούσε την αληθινή επίγνωση των πραγμάτων και, από την άλλη, η ταραχή που είχε απλωθεί σε όλο το στρατόπεδο ήταν λογικό να δημιουργεί μεγάλο μακελειό, αφού αλληλοσκοτώνονταν, καθώς οι περιστάσεις δεν επέτρεπαν λεπτομερή εξέταση, επειδή δεν υπήρχαν εντολές από κάποιον αρχηγό ούτε κάποιο σύνθημα για να το ζητήσουν ούτε, γενικά, κάποια λογική στην όλη κατάσταση. Αν λοιπόν ο βασιλιάς είχε μείνει στη βασιλική σκηνή, εύκολα θα είχε σκοτωθεί κι αυτός από τους Έλληνες και όλος ο πόλεμος θα είχε φτάσει σε γρήγορο τέλος. Όπως όμως είχε το πράγμα, ο Ξέρξης είχε πεταχτεί έξω στην αναταραχή, και οι Έλληνες, ορμώντας μέσα στη σκηνή, σκότωσαν σχεδόν όλους όσους βρήκαν μέσα. Όσο ήταν ακόμα νύχτα, περιπλανιόνταν μέσα σε όλο το στρατόπεδο αναζητώντας, όπως ήταν λογικό, τον Ξέρξη. Όταν όμως ξημέρωσε και φανερώθηκε η όλη κατάσταση, οι Πέρσες, βλέποντας πως οι Έλληνες ήταν λίγοι, τους αψήφησαν. Δεν συγκρούστηκαν βέβαια μαζί τους πρόσωπο με πρόσωπο, φοβούμενοι την ανδρεία τους, αλλά τους κύκλωσαν από τα πλάγια και από πίσω και, ρίχνοντας τους από παντού βέλη και ακόντια, τους σκότωσαν όλους. Έτσι λοιπόν τελείωσαν τη ζωή τους οι άντρες που φύλαγαν τα περάσματα στις Θερμοπύλες μαζί με τον Λεωνίδα. Έπαινος – Επιγράμματα [11,11] Ὧν τὰς ἀρετὰς τίς οὐκ ἂν θαυμάσειεν; οἵτινες μιᾷ γνώμῃ χρησάμενοι τὴν μὲν ἀφωρισμένην τάξιν ὑπὸ τῆς Ἑλλάδος οὐκ ἔλιπον, τὸν ἑαυτῶν δὲ βίον προθύμως ἐπέδωκαν εἰς τὴν κοινὴν τῶν Ἑλλήνων σωτηρίαν, καὶ μᾶλλον εἵλοντο τελευτᾶν καλῶς ἢ ζῆν αἰσχρῶς. καὶ τὴν τῶν Περσῶν δὲ κατάπληξιν οὐκ ἄν τις ἀπιστήσαι γενέσθαι. τίς γὰρ ἂν τῶν βαρβάρων ὑπέλαβε τὸ γεγενημένον; τίς δ´ ἂν προσεδόκησεν ὅτι πεντακόσιοι τὸν ἀριθμὸν ὄντες ἐτόλμησαν ἐπιθέσθαι ταῖς ἑκατὸν μυριάσι; διὸ καὶ τίς οὐκ ἂν τῶν μεταγενεστέρων ζηλώσαι τὴν ἀρετὴν τῶν ἀνδρῶν, οἵτινες τῷ μεγέθει τῆς περιστάσεως κατεσχημένοι τοῖς μὲν σώμασι κατεπονήθησαν, ταῖς δὲ ψυχαῖς οὐχ ἡττήθησαν; τοιγαροῦν οὗτοι μόνοι τῶν μνημονευομένων κρατηθέντες ἐνδοξότεροι γεγόνασι τῶν ἄλλων τῶν τὰς καλλίστας νίκας ἀπενηνεγμένων. χρὴ γὰρ οὐκ ἐκ τῶν ἀποτελεσμάτων κρίνειν τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας, ἀλλ´ ἐκ τῆς προαιρέσεως· τοῦ μὲν γὰρ ἡ τύχη κυρία, τοῦ δ´ ἡ προαίρεσις δοκιμάζεται. τίς γὰρ ἂν ἐκείνων ἀμείνους ἄνδρας κρίνειεν, οἵτινες οὐδὲ τῷ χιλιοστῷ μέρει τῶν πολεμίων ἴσοι τὸν ἀριθμὸν ὄντες ἐτόλμησαν τοῖς ἀπιστουμένοις πλήθεσι παρατάξαι τὴν ἑαυτῶν ἀρετήν; οὐ κρατήσειν τῶν τοσούτων μυριάδων ἐλπίζοντες, ἀλλ´ ἀνδραγαθίᾳ τοὺς πρὸ αὐτῶν ἅπαντας ὑπερβαλεῖν νομίζοντες, καὶ τὴν μὲν μάχην αὑτοῖς εἶναι κρίνοντες πρὸς τοὺς βαρβάρους, τὸν ἀγῶνα δὲ καὶ τὴν ὑπὲρ τῶν ἀριστείων κρίσιν πρὸς ἅπαντας τοὺς ἐπ´ ἀρετῇ θαυμαζομένους ὑπάρχειν. μόνοι γὰρ τῶν ἐξ αἰῶνος μνημονευομένων εἵλοντο μᾶλλον τηρεῖν τοὺς τῆς πόλεως νόμους ἢ τὰς ἰδίας ψυχάς, οὐ δυσφοροῦντες ἐπὶ τῷ μεγίστους ἑαυτοῖς ἐφεστάναι κινδύνους, ἀλλὰ κρίνοντες εὐκταιότατον εἶναι τοῖς ἀρετὴν ἀσκοῦσι τοιούτων ἀγώνων τυγχάνειν. δικαίως δ´ ἄν τις τούτους καὶ τῆς κοινῆς τῶν Ἑλλήνων ἐλευθερίας αἰτίους ἡγήσαιτο ἢ τοὺς ὕστερον ἐν ταῖς πρὸς Ξέρξην μάχαις νικήσαντας· τούτων γὰρ τῶν πράξεων μνημονεύοντες οἱ μὲν βάρβαροι κατεπλάγησαν, οἱ δὲ Ἕλληνες παρωξύνθησαν πρὸς τὴν ὁμοίαν ἀνδραγαθίαν. καθόλου δὲ μόνοι τῶν πρὸ ἑαυτῶν διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς ἀρετῆς εἰς ἀθανασίαν μετήλλαξαν. διόπερ οὐχ οἱ τῶν ἱστοριῶν συγγραφεῖς μόνον, ἀλλὰ πολλοὶ καὶ τῶν ποιητῶν καθύμνησαν αὐτῶν τὰς ἀνδραγαθίας· ὧν γέγονε καὶ Σιμωνίδης, ὁ μελοποιός, ἄξιον τῆς ἀρετῆς αὐτῶν ποιήσας ἐγκώμιον, ἐν ᾧ λέγει
τῶν ἐν Θερμοπύλαις θανόντων
εὐκλεὴς μὲν ἁ τύχα, καλὸς δ´ ὁ πότμος,
βωμὸς δ´ ὁ τάφος, πρὸ γόων δὲ μνᾶστις,
ὁ δ´ οἶτος ἔπαινος.
ἐντάφιον δὲ τοιοῦτον οὔτ´ εὐρὼς
οὔθ´ ὁ πανδαμάτωρ ἀμαυρώσει χρόνος
ἀνδρῶν ἀγαθῶν.
ὁ δὲ σηκὸς οἰκέταν εὐδοξίαν Ἑλλάδος εἵλετο.
μαρτυρεῖ δὲ Λεωνίδας ὁ Σπάρτας βασιλεύς,
ἀρετᾶς μέγαν λελοιπὼς κόσμον ἀέναόν τε κλέος.
[11,11] Ποιος δε θα θαύμαζε τις αρετές αυτών των αντρών; Των αντρών αυτών που, ομόψυχα, δεν εγκατέλειψαν τη θέση που τους είχε ορίσει η Ελλάδα, αλλά πρόσφεραν πρόθυμα τη δική τους ζωή για την κοινή σωτηρία των Ελλήνων και προτίμησαν να πεθάνουν τιμημένα παρά να ζήσουν ατιμασμένα. Αλλά ούτε τον τρόμο των Περσών θα μπορούσε κάποιος να αμφισβητήσει ότι υπήρξε. Γιατί ποιος από τους βαρβάρους μπορούσε να συλλάβει αυτό που έγινε; Ποιος μπορούσε να περιμένει ότι πεντακόσιοι μόλις άνθρωποι θα τολμούσαν να επιτεθούν σε ένα εκατομμύριο άντρες; Γι’ αυτό, ποιος από τους μεταγενέστερους δε θα ζήλευε την αρετή εκείνων των ανδρών που, νικημένοι από το μέγεθος της περίστασης, υποτάχτηκαν μεν σωματικά αλλά οι ψυχές τους δεν ηττήθηκαν; Κατά συνέπεια, μόνο αυτοί από όσους μνημονεύονται έχουν γίνει, ενώ ηττήθηκαν, ενδοξότεροι από άλλους που κέρδισαν τις ωραιότερες νίκες. Γιατί τους γενναίους άντρες δεν πρέπει να τους κρίνουμε από το αποτέλεσμα αλλά από την πρόθεση, εφόσον στη μια περίπτωση κυριαρχεί η τύχη, ενώ στην άλλη εκείνο που δοκιμάζεται είναι η πρόθεση. Γιατί ποιος θα έκρινε καλύτερους άλλους άνδρες από εκείνους που, αν και δεν ήταν ίσοι ούτε με το ένα χιλιοστό μέρος των αντιπάλων, τόλμησαν να παρατάξουν τη δική τους ανδρεία ενάντια σε απίστευτα πλήθη; Δεν ήλπιζαν να επικρατήσουν τόσων πολλών μυριάδων, αλλά θεώρησαν ότι έπρεπε να ξεπεράσουν σε ανδραγαθία όλους τους προγενέστερους αυτών, και έκριναν ότι η μάχη που είχαν να δώσουν ήταν προς τους βαρβάρους, αλλά ο αγώνας και το βραβείο της γενναιότητας ήταν προς όλους όσους θα θαυμάζονταν για την ανδρεία τους. Γιατί μόνο αυτοί από όλους όσους μνημονεύονται από την αυγή του χρόνου, επέλεξαν να διαφυλάξουν τους νόμους της χώρας του μάλλον παρά τις ίδιες τους τις ζωές, χωρίς να δυσφορούν για το γεγονός ότι απειλούνταν από τους μέγιστους των κινδύνων, αλλά κρίνοντας ότι το πιο επιθυμητό για εκείνους που ασκούν την αρετή είναι να δίνουν τέτοιους αγώνες. Δίκαια θα θεωρούσε κανείς ότι τούτοι ήταν περισσότερο υπεύθυνοι για την κοινή ελευθερία των Ελλήνων, απ’ ότι εκείνοι που νίκησαν αργότερα στις μάχες εναντίον του Ξέρξη, γιατί ενθυμούμενοι τούτες τις πράξεις οι βάρβαροι κατατρόμαζαν, ενώ οι Έλληνες παρακινούνταν προς όμοια ανδραγαθία. Γενικά, μόνο αυτοί οι άντρες, από όσους υπήρξαν πριν από αυτούς, πέρασαν στην αθανασία λόγω της εξαιρετικής τους ανδρείας. Γι’ αυτό, όχι μόνο οι ιστορικοί συγγραφείς αλλά και πολλοί από τους ποιητές ύμνησαν τις ανδραγαθίες τους. Ένας από αυτούς ήταν και ο Σιμωνίδης, ο λυρικός ποιητής, που συνέθεσε ένα εγκώμιο, αντάξιο της αρετής τους, στο οποίο λέει:
Για κείνους που πέθαναν στις Θερμοπύλες,
ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατος,
βωμός ο τάφος, μνήμη παντοτινή αντί για θρήνος,
κι η μοίρα τους αντικείμενο εγκωμίων.
Σάβανο σαν κι αυτό μήτε η σαπίλα
μήτε ο χρόνος ο πανδαμάτορας θα αμαυρώσει
των γενναίων ανδρών.
Και το μνήμα την καλή φήμη της Ελλάδας διάλεξε για ένοικό του.
Μάρτυρας είναι ο Λεωνίδας, ο βασιλιάς της Σπάρτης,
που μέγα στολίδι άφησε πίσω του την αρετή και δόξα αιώνια.
Η μάχη των Θερμοπυλών αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές μάχες στην ελληνική και στην παγκόσμια ιστορία. Κυρίως όμως από ηθική άποψη είναι λαμπρό παράδειγμα αυταπάρνησης, αυτοθυσίας και υπακοής στην πατρίδα. Η μάχη έδειξε τα πλεονεκτήματα της στρατιωτικής εκπαίδευσης των Σπαρτιατών, του καλύτερου εξοπλισμού και της έξυπνης χρήσης της διαμόρφωσης του εδάφους.
(2962)
3,486 total views, 1 views today
ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΘΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΟΥΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΛΑΤΑΙΩΝ, ΠΟΥ ΔΙΕΣΩΣΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΥΤΙΚΟ ΠΟΛΥΤΙΣΜΟ ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΡΒΑΡΙΚΟ ΔΕΣΠΟΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ.
ΠΑΡΟΤΙ ΟΙ ΔΥΟ ΠΗΓΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΕΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΜΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ (ΗΡΟΔΟΤΟΣ)
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΣΤΑ ΜΗΔΙΚΑ, ΕΝ ΤΟΥΤΙΣ Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΣΤΑ ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΕΝΤΕΧΝΑ ΑΦΗΝΕΙ ΤΟΝ ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΠΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΗΤΑΝ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΗΣ ΦΑΛΛΑΓΓΑΣ, ΚΑΘΟΛΗ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ
ΚΑΙ ΠΟΣΟ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΔΟΘΗΚΕ Η ΝΙΚΗ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΥΟ ΠΗΓΕΣ ΑΠΟ ΗΡΟΔΟΤΟ ΚΑΙ ΔΙΟΔΩΡΟ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ,
ΩΣΤΕ ΝΑ ΚΡΙΝΕΤΕ ΑΜΕΡΟΠΛΗΠΤΑ ΤΟ ΗΘΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΟΛΗΣ ΚΡΑΤΟΣ ΣΠΑΡΤΗΣ.
Τα γεγονότα σύμφωνα με τον Ηρόδοτο
Ηροδότου Ιστορίαι, ΒΙΒΛΙΟ Η ΟΥΡΑΝΙΑ, ΒΙΒΛΙΟ Θ ΚΑΛΛΙΟΠΗ
[8,100] καὶ περὶ Πέρσας μὲν ἦν ταῦτα τὸν πάντα μεταξὺ χρόνον γενόμενον, μέχρι οὗ Ξέρξης αὐτός σφεας ἀπικόμενος ἔπαυσε. Μαρδόνιος δὲ ὁρῶν μὲν Ξέρξην συμφορὴν μεγάλην ἐκ τῆς ναυμαχίης ποιεύμενον, ὑποπτεύων δὲ αὐτὸν δρησμὸν βουλεύειν ἐκ τῶν Ἀθηνέων, φροντίσας πρὸς ἑωυτὸν ὡς δώσει δίκην ἀναγνώσας βασιλέα στρατεύεσθαι ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα, καί οἱ κρέσσον εἴη ἀνακινδυνεῦσαι ἢ κατεργάσασθαι τὴν Ἑλλάδα ἢ αὐτὸν καλῶς τελευτῆσαι τὸν βίον ὑπὲρ μεγάλων αἰωρηθέντα· πλέον μέντοι ἔφερέ οἱ ἡ γνώμη κατεργάσασθαι τὴν Ἑλλάδα· λογισάμενος ὦν ταῦτα προσέφερε τὸν λόγον τόνδε. (2) “δέσποτα, μήτε λυπέο μήτε συμφορὴν μηδεμίαν μεγάλην ποιεῦ τοῦδε τοῦ γεγονότος εἵνεκα πρήγματος. οὐ γὰρ ξύλων ἀγὼν ὁ τὸ πᾶν φέρων ἐστὶ ἡμῖν, ἀλλ᾽ ἀνδρῶν τε καὶ ἵππων. σοὶ δὲ οὔτε τις τούτων τῶν τὸ πᾶν σφίσι ἤδη δοκεόντων κατεργάσθαι ἀποβὰς ἀπὸ τῶν νεῶν πειρήσεται ἀντιωθῆναι οὔτ᾽ ἐκ τῆς ἠπείρου τῆσδε· οἵ τε ἡμῖν ἠντιώθησαν, ἔδοσαν δίκας. (3) εἰ μέν νυν δοκέει, αὐτίκα πειρώμεθα τῆς Πελοποννήσου· εἰ δὲ καὶ δοκέει ἐπισχεῖν, παρέχει ποιέειν ταῦτα. μηδὲ δυσθύμεε· οὐ γὰρ ἔστι Ἕλλησι οὐδεμία ἔκδυσις μὴ οὐ δόντας λόγον τῶν ἐποίησαν νῦν τε καὶ πρότερον εἶναι σοὺς δούλους. μάλιστα μέν νυν ταῦτα ποίεε· εἰ δ᾽ ἄρα τοι βεβούλευται αὐτὸν ἀπελαύνοντα ἀπάγειν τὴν στρατιήν, ἄλλην ἔχω καὶ ἐκ τῶνδε βουλήν. (4) σὺ Πέρσας, βασιλεῦ, μὴ ποιήσῃς καταγελάστους γενέσθαι Ἕλλησι· οὐδὲ γὰρ ἐν Πέρσῃσί τοί τι δεδήληται τῶν πρηγμάτων, οὐδ᾽ ἐρέεις ὅκου ἐγενόμεθα ἄνδρες κακοί. εἰ δὲ Φοίνικές τε καὶ Αἰγύπτιοι καὶ Κύπριοί τε καὶ Κίλικες κακοὶ ἐγένοντο, οὐδὲν πρὸς Πέρσας τοῦτο προσήκει τὸ πάθος. (5) ἤδη ὦν, ἐπειδὴ οὐ Πέρσαι τοι αἴτιοι ἐισί, ἐμοὶ πείθεο· εἴ τοι δέδοκται μὴ παραμένειν, σὺ μὲν ἐς ἤθεα τὰ σεωυτοῦ ἀπέλαυνε τῆς στρατιῆς ἀπάγων τὸ πολλόν, ἐμὲ δὲ σοὶ χρὴ τὴν Ἑλλάδα παρασχεῖν δεδουλωμένην, τριήκοντα μυριάδας τοῦ στρατοῦ ἀπολεξάμενον”.[8,101] ταῦτα ἀκούσας Ξέρξης ὡς ἐκ κακῶν ἐχάρη τε καὶ ἥσθη, πρὸς Μαρδόνιόν τε βουλευσάμενος ἔφη ὑποκρινέεσθαι ὁκότερον ποιήσει τούτων.[8,113] οἱ δ᾽ ἀμφὶ Ξέρξην ἐπισχόντες ὀλίγας ἡμέρας μετὰ τὴν ναυμαχίην ἐξήλαυνον ἐς Βοιωτοὺς τὴν αὐτὴν ὁδόν. ἔδοξε γὰρ Μαρδονίῳ ἅμα μὲν προπέμψαι βασιλέα, ἅμα δὲ ἀνωρίη εἶναι τοῦ ἔτεος πολεμέειν, χειμερίσαι τε ἄμεινον εἶναι ἐν Θεσσαλίῃ, καὶ ἔπειτα ἅμα τῷ ἔαρι πειρᾶσθαι τῆς Πελοποννήσου. (2) ὡς δὲ ἀπίκατο ἐς τὴν Θεσσαλίην, ἐνθαῦτα Μαρδόνιος ἐξελέγετο πρώτους μὲν τοὺς Πέρσας πάντας τοὺς ἀθανάτους καλεομένους, πλὴν Ὑδάρνεος τοῦ στρατηγοῦ (οὗτος γὰρ οὐκ ἔφη λείψεσθαι βασιλέος), μετὰ δὲ τῶν ἄλλων Περσέων τοὺς θωρηκοφόρους καὶ τὴν ἵππον τὴν χιλίην, καὶ Μήδους τε καὶ Σάκας καὶ Βακτρίους τε καὶ Ἰνδούς, καὶ τὸν πεζὸν καὶ τὴν ἄλλην ἵππον. (3) ταῦτα μὲν ἔθνεα ὅλα εἵλετο, ἐκ δὲ τῶν ἄλλων συμμάχων ἐξελέγετο κατ᾽ ὀλίγους, τοῖσι εἴδεά τε ὑπῆρχε διαλέγων καὶ εἰ τεοῖσι τι χρηστὸν συνῄδεε πεποιημένον· ἓν δὲ πλεῖστον ἔθνος Πέρσας αἱρέετο, ἄνδρας στρεπτοφόρους τε καὶ ψελιοφόρους, ἐπὶ δὲ Μήδους· οὗτοι δὲ τὸ πλῆθος μὲν οὐκ ἐλάσσονες ἦσαν τῶν Περσέων, ῥώμῃ δὲ ἥσσονες. ὥστε σύμπαντας τριήκοντα μυριάδας γενέσθαι σὺν ἱππεῦσι.
[8,114] ἐν δὲ τούτῳ τῷ χρόνῳ, ἐν τῷ Μαρδόνιός τε τὴν στρατιὴν διέκρινε καὶ Ξέρξης ἦν περὶ Θεσσαλίην, χρηστήριον ἐληλύθεε ἐκ Δελφῶν Λακεδαιμονίοισι, Ξέρξην αἰτέειν δίκας τοῦ Λεωνίδεω φόνου καὶ τὸ διδόμενον ἐξ ἐκείνου δέκεσθαι. πέμπουσι δὴ κήρυκα τὴν ταχίστην Σπαρτιῆται, ὃς ἐπειδὴ κατέλαβε ἐοῦσαν ἔτι πᾶσαν τὴν στρατιὴν ἐν Θεσσαλίῃ, ἐλθὼν ἐς ὄψιν τὴν Ξέρξεω ἔλεγε τάδε. (2) “ὦ βασιλεῦ Μήδων, Λακεδαιμόνιοί τέ σε καὶ Ἡρακλεῖδαι οἱ ἀπὸ Σπάρτης αἰτέουσι φόνου δίκας, ὅτι σφέων τὸν βασιλέα ἀπέκτεινας ῥυόμενον τὴν Ἑλλάδα”. ὁ δὲ γελάσας τε καὶ κατασχὼν πολλὸν χρόνον, ὥς οἱ ἐτύγχανε παρεστεὼς Μαρδόνιος, δεικνὺς ἐς τοῦτον εἶπε “τοιγὰρ σφι Μαρδόνιος ὅδε δίκας δώσει τοιαύτας οἵας ἐκείνοισι πρέπει”.
|
|
Ο Αλέξανδρος του Αμύντα φέρνει μήνυμα του Μαρδόνιου στους Αθηναίους | |
[8,140] […] ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Ἀμύντεω· ὡς δὲ ἀπίκετο ἐς τὰς Ἀθήνας ἀποπεμφθεὶς ὑπὸ Μαρδονίου, ἔλεγε τάδε. “ἄνδρες Ἀθηναῖοι, Μαρδόνιος τάδε λέγει. ἐμοὶ ἀγγελίη ἥκει παρὰ βασιλέος λέγουσα οὕτω”. Ἀθηναίοισι τὰς ἁμαρτάδας τὰς ἐς ἐμὲ ἐξ ἐκείνων γενομένας πάσας μετίημι. (2) νῦν τε ὧδε Μαρδόνιε ποίεε· τοῦτο μὲν τὴν γῆν σφι ἀπόδος, τοῦτο δὲ ἄλλην πρὸς ταύτῃ ἑλέσθων αὐτοί, ἥντινα ἂν ἐθέλωσι, ἐόντες αὐτόνομοι· ἱρά τε πάντα σφι, ἢν δὴ βούλωνταί γε ἐμοὶ ὁμολογέειν, ἀνόρθωσον, ὅσα ἐγὼ ἐνέπρησα”. τούτων δὲ ἀπιγμένων ἀναγκαίως ἔχει μοι ποιέειν ταῦτα, ἢν μὴ τὸ ὑμέτερον αἴτιον γένηται. (3) λέγω δὲ ὑμῖν τάδε. νῦν τί μαίνεσθε πόλεμον βασιλέι ἀειρόμενοι; οὔτε γὰρ ἂν ὑπερβάλοισθε οὔτε οἷοί τε ἐστὲ ἀντέχειν τὸν πάντα χρόνον. εἴδετε μὲν γὰρ τῆς Ξέρξεω στρατηλασίης τὸ πλῆθος καὶ τὰ ἔργα, πυνθάνεσθε δὲ καὶ τὴν νῦν παρ᾽ ἐμοὶ ἐοῦσαν δύναμιν· ὥστε καὶ ἢν ἡμέας ὑπερβάλησθε καὶ νικήσητε, τοῦ περ ὑμῖν οὐδεμία ἐλπὶς εἴ περ εὖ φρονέετε, ἄλλη παρέσται πολλαπλησίη. (4) μὴ ὦν βούλεσθε παρισούμενοι βασιλέι στέρεσθαι μὲν τῆς χώρης, θέειν δὲ αἰεὶ περὶ ὑμέων αὐτῶν, ἀλλὰ καταλύσασθε· παρέχει δὲ ὑμῖν κάλλιστα καταλύσασθαι, βασιλέος ταύτῃ ὁρμημένου. ἔστε ἐλεύθεροι, ἡμῖν ὁμαιχμίην συνθέμενοι ἄνευ τε δόλου καὶ ἀπάτης. (140B) Μαρδόνιος μὲν ταῦτα ὦ Ἀθηναῖοι ἐνετείλατό μοι εἰπεῖν πρὸς ὑμέας· ἐγὼ δὲ περὶ μὲν εὐνοίης τῆς πρὸς ὑμέας ἐούσης ἐξ ἐμεῦ οὐδὲν λέξω, οὐ γὰρ ἂν νῦν πρῶτον ἐκμάθοιτε, προσχρηίζω δὲ ὑμέων πείθεσθαι Μαρδονίῳ. (2) ἐνορῶ γὰρ ὑμῖν οὐκ οἵοισί τε ἐσομένοισι τὸν πάντα χρόνον πολεμέειν Ξέρξῃ· εἰ γὰρ ἐνώρων τοῦτο ἐν ὑμῖν, οὐκ ἄν κοτε ἐς ὑμέας ἦλθον ἔχων λόγους τούσδε· καὶ γὰρ δύναμις ὑπὲρ ἄνθρωπον ἡ βασιλέος ἐστὶ καὶ χεὶρ ὑπερμήκης. (3) ἢν ὦν μὴ αὐτίκα ὁμολογήσητε, μεγάλα προτεινόντων ἐπ᾽ οἷσι ὁμολογέειν ἐθέλουσι, δειμαίνω ὑπὲρ ὑμέων ἐν τρίβῳ τε μάλιστα οἰκημένων τῶν συμμάχων πάντων αἰεί τε φθειρομένων μούνων, ἐξαίρετον μεταίχμιόν τε τὴν γῆν ἐκτημένων. (4) ἀλλὰ πείθεσθε· πολλοῦ γὰρ ὑμῖν ἄξια ταῦτα, εἰ βασιλεύς γε ὁ μέγας μούνοισι ὑμῖν Ἑλλήνων τὰς ἁμαρτάδας ἀπιεὶς ἐθέλει φίλος γενέσθαι”.[8,141] Ἀλέξανδρος μὲν ταῦτα ἔλεξε. Λακεδαιμόνιοι δὲ πυθόμενοι ἥκειν Ἀλέξανδρον ἐς Ἀθήνας ἐς ὁμολογίην ἄξοντα τῷ βαρβάρῳ Ἀθηναίους, ἀναμνησθέντες τῶν λογίων ὥς σφεας χρεόν ἐστι ἅμα τοῖσι ἄλλοισι Δωριεῦσι ἐκπίπτειν ἐκ Πελοποννήσου ὑπὸ Μήδων τε καὶ Ἀθηναίων, κάρτα τε ἔδεισαν μὴ ὁμολογήσωσι τῷ Πέρσῃ Ἀθηναῖοι, αὐτίκα τέ σφι ἔδοξε πέμπειν ἀγγέλους. (2) καὶ δὴ συνέπιπτε ὥστε ὁμοῦ σφεων γίνεσθαι τὴν κατάστασιν· ἐπανέμειναν γὰρ οἱ Ἀθηναῖοι διατρίβοντες, εὖ ἐπιστάμενοι ὅτι ἔμελλον Λακεδαιμόνιοι πεύσεσθαι ἥκοντα παρὰ τοῦ βαρβάρου ἄγγελον ἐπ᾽ ὁμολογίῃ, πυθόμενοί τε πέμψειν κατὰ τάχος ἀγγέλους. ἐπίτηδες ὦν ἐποίευν, ἐνδεικνύμενοι τοῖσι Λακεδαιμονίοισι τὴν ἑωυτῶν γνώμην.[8,142] ὡς δὲ ἐπαύσατο λέγων Ἀλέξανδρος, διαδεξάμενοι ἔλεγον οἱ ἀπὸ Σπάρτης ἄγγελοι “ἡμέας δὲ ἔπεμψαν Λακεδαιμόνιοι δεησομένους ὑμέων μήτε νεώτερον ποιέειν μηδὲν κατὰ τὴν Ἑλλάδα μήτε λόγους ἐνδέκεσθαι παρὰ τοῦ βαρβάρου. (2) οὔτε γὰρ δίκαιον οὐδαμῶς οὔτε κόσμον φέρον οὔτε γε ἄλλοισι Ἑλλήνων οὐδαμοῖσι, ὑμῖν δὲ δὴ καὶ διὰ πάντων ἥκιστα πολλῶν εἵνεκα. ἠγείρατε γὰρ τόνδε τὸν πόλεμον ὑμεῖς οὐδὲν ἡμέων βουλομένων, καὶ περὶ τῆς ὑμετέρης ἀρχῆθεν ὁ ἀγὼν ἐγένετο, νῦν δὲ φέρει καὶ ἐς πᾶσαν τὴν Ἑλλάδα· (3) ἄλλως τε τούτων ἁπάντων αἰτίους γενέσθαι δουλοσύνης τοῖσι Ἕλλησι Ἀθηναίους οὐδαμῶς ἀνασχετόν, οἵτινες αἰεὶ καὶ τὸ πάλαι φαίνεσθε πολλοὺς ἐλευθερώσαντες ἀνθρώπων. πιεζευμένοισι μέντοι ὑμῖν συναχθόμεθα, καὶ ὅτι καρπῶν ἐστερήθητε διξῶν ἤδη καὶ ὅτι οἰκοφθόρησθε χρόνον ἤδη πολλόν. (4) ἀντὶ τούτων δὲ ὑμῖν Λακεδαιμόνιοί τε καὶ οἱ σύμμαχοι ἐπαγγέλλονται γυναῖκάς τε καὶ τὰ ἐς πόλεμον ἄχρηστα οἰκετέων ἐχόμενα πάντα ἐπιθρέψειν, ἔστ᾽ ἂν ὁ πόλεμος ὅδε συνεστήκῃ. μηδὲ ὑμέας Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδὼν ἀναγνώσῃ, λεήνας τὸν Μαρδονίου λόγον. (5) τούτῳ μὲν γὰρ ταῦτα ποιητέα ἐστί· τύραννος γὰρ ἐὼν τυράννῳ συγκατεργάζεται· ὑμῖν δὲ οὐ ποιητέα, εἴ περ εὖ τυγχάνετε φρονέοντες, ἐπισταμένοισι ὡς βαρβάροισι ἐστὶ οὔτε πιστὸν οὔτε ἀληθὲς οὐδέν”. ταῦτα ἔλεξαν οἱ ἄγγελοι.
[8,143] Ἀθηναῖοι δὲ πρὸς μὲν Ἀλέξανδρον ὑπεκρίναντο τάδε. “καὶ αὐτοὶ τοῦτό γε ἐπιστάμεθα ὅτι πολλαπλησίη ἐστὶ τῷ Μήδῳ δύναμις ἤ περ ἡμῖν, ὥστε οὐδὲν δέει τοῦτό γε ὀνειδίζειν. ἀλλ᾽ ὅμως ἐλευθερίης γλιχόμενοι ἀμυνεύμεθα οὕτω ὅκως ἂν καὶ δυνώμεθα. ὁμολογῆσαι δὲ τῷ βαρβάρῳ μήτε σὺ ἡμέας πειρῶ ἀναπείθειν οὔτε ἡμεῖς πεισόμεθα. (2) νῦν τε ἀπάγγελλε Μαρδονίῳ ὡς Ἀθηναῖοι λέγουσι, ἔστ᾽ ἂν ὁ ἥλιος τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἴῃ τῇ περ καὶ νῦν ἔρχεται, μήκοτε ὁμολογήσειν ἡμέας Ξέρξῃ· ἀλλὰ θεοῖσί τε συμμάχοισι πίσυνοί μιν ἐπέξιμεν ἀμυνόμενοι καὶ τοῖσι ἥρωσι, τῶν ἐκεῖνος οὐδεμίαν ὄπιν ἔχων ἐνέπρησε τούς τε οἴκους καὶ τὰ ἀγάλματα. (3) σύ τε τοῦ λοιποῦ λόγους ἔχων τοιούσδε μὴ ἐπιφαίνεο Ἀθηναίοισι, μηδὲ δοκέων χρηστὰ ὑπουργέειν ἀθέμιστα ἔρδειν παραίνεε· οὐ γάρ σε βουλόμεθα οὐδὲν ἄχαρι πρὸς Ἀθηναίων παθεῖν ἐόντα πρόξεινόν τε καὶ φίλον”.
[8,144] πρὸς μὲν Ἀλέξανδρον ταῦτα ὑπεκρίναντο, πρὸς δὲ τοὺς ἀπὸ Σπάρτης ἀγγέλους τάδε. “τὸ μὲν δεῖσαι Λακεδαιμονίους μὴ ὁμολογήσωμεν τῷ βαρβάρῳ, κάρτα ἀνθρωπήιον ἦν· ἀτὰρ αἰσχρῶς γε οἴκατε ἐξεπιστάμενοι τὸ Ἀθηναίων φρόνημα ἀρρωδῆσαι, ὅτι οὔτε χρυσός ἐστι γῆς οὐδαμόθι τοσοῦτος οὔτε χώρη κάλλεϊ καὶ ἀρετῇ μέγα ὑπερφέρουσα, τὰ ἡμεῖς δεξάμενοι ἐθέλοιμεν ἂν μηδίσαντες καταδουλῶσαι τὴν Ἑλλάδα. (2) πολλά τε γὰρ καὶ μεγάλα ἐστι τὰ διακωλύοντα ταῦτα μὴ ποιέειν μηδ᾽ ἢν ἐθέλωμεν, πρῶτα μὲν καὶ μέγιστα τῶν θεῶν τὰ ἀγάλματα καὶ τὰ οἰκήματα ἐμπεπρησμένα τε καὶ συγκεχωσμένα, τοῖσι ἡμέας ἀναγκαίως ἔχει τιμωρέειν ἐς τὰ μέγιστα μᾶλλον ἤ περ ὁμολογέειν τῷ ταῦτα ἐργασαμένῳ, αὖτις δὲ τὸ Ἑλληνικὸν ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα, τῶν προδότας γενέσθαι Ἀθηναίους οὐκ ἂν εὖ ἔχοι. (3) ἐπίστασθέ τε οὕτω, εἰ μὴ πρότερον ἐτυγχάνετε ἐπιστάμενοι, ἔστ᾽ ἂν καὶ εἷς περιῇ Ἀθηναίων, μηδαμὰ ὁμολογήσοντας ἡμέας Ξέρξῃ. ὑμέων μέντοι ἀγάμεθα τὴν προνοίην τὴν πρὸς ἡμέας ἐοῦσαν, ὅτι προείδετε ἡμέων οἰκοφθορημένων οὕτω ὥστε ἐπιθρέψαι ἐθέλειν ἡμέων τοὺς οἰκέτας. (4) καὶ ὑμῖν μὲν ἡ χάρις ἐκπεπλήρωται, ἡμεῖς μέντοι λιπαρήσομεν οὕτω ὅκως ἂν ἔχωμεν, οὐδὲν λυπέοντες ὑμέας. νῦν δέ, ὡς οὕτω ἐχόντων, στρατιὴν ὡς τάχιστα ἐκπέμπετε. (5) ὡς γὰρ ἡμεῖς εἰκάζομεν, οὐκ ἑκὰς χρόνου παρέσται ὁ βάρβαρος ἐσβαλὼν ἐς τὴν ἡμετέρην, ἀλλ᾽ ἐπειδὰν τάχιστα πύθηται τὴν ἀγγελίην ὅτι οὐδὲν ποιήσομεν τῶν ἐκεῖνος ἡμέων προσεδέετο. πρὶν ὦν παρεῖναι ἐκεῖνον ἐς τὴν Ἀττικήν, ἡμέας καιρός ἐστι προβοηθῆσαι ἐς τὴν Βοιωτίην”. οἳ μὲν ταῦτα ὑποκριναμένων Ἀθηναίων ἀπαλλάσσοντο ἐς Σπάρτην.
|
|
ΒΙΒΛΙΟ Θ ΚΑΛΛΙΟΠΗ Ετοιμασίες του Μαρδόνιου, 2η κατάληψη της Αθήνας | |
|
έτσι, θα διαλύσεις την ενότητα της Ελλάδας και θα μπορείς πλέον, με τη βοήθεια όσων έρθουν με το πλευρό σου, να διαλύσεις αυτούς που θα σου αντιστέκονται ακόμα».
|
Τα στρατεύματα | |
|
|
Ο Αλέξανδρος ειδοποιεί τους Αθηναίους. Μετακινήσεις στρατευμάτων | |
|
|
Η μάχη | |
|
|
Το ήθος του Παυσανία | |
|
|
Τα γεγονότα σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη
Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Ενδεκάτη
[11,28] διαβοηθείσης δὲ τῆς τῶν Ἀθηναίων πρὸς τοὺς Ἕλληνας ἀλλοτριότητος, ἧκον εἰς τὰς Ἀθήνας πρέσβεις παρὰ Περσῶν καὶ παρὰ τῶν Ἑλλήνων. οἱ μὲν οὖν ὑπὸ τῶν Περσῶν ἀποσταλέντες ἔφασαν τὸν στρατηγὸν Μαρδόνιον ἐπαγγέλλεσθαι τοῖς Ἀθηναίοις, ἐὰν τὰ Περσῶν προέλωνται, δώσειν χώραν ἣν ἂν βούλωνται τῆς Ἑλλάδος, καὶ τὰ τείχη καὶ τοὺς ναοὺς πάλιν ἀνοικοδομήσειν, καὶ τὴν πόλιν ἐάσειν αὐτόνομον· οἱ δὲ παρὰ τῶν Λακεδαιμονίων πεμφθέντες ἠξίουν μὴ πεισθῆναι τοῖς βαρβάροις, ἀλλὰ τηρεῖν τὴν πρὸς τοὺς Ἕλληνας καὶ συγγενεῖς καὶ ὁμοφώνους εὔνοιαν. οἱ δὲ Ἀθηναῖοι τοῖς βαρβάροις ἀπεκρίθησαν, ὡς οὔτε χώρα τοῖς Πέρσαις ἐστὶ τοιαύτη οὔτε χρυσὸς τοσοῦτος ὃν Ἀθηναῖοι δεξάμενοι τοὺς Ἕλληνας ἐγκαταλείψουσι· τοῖς δὲ Λακεδαιμονίοις εἶπον, ὡς αὐτοὶ μὲν ἣν πρότερον ἐποιοῦντο φροντίδα τῆς Ἑλλάδος καὶ μετὰ ταῦτα πειράσονται τὴν αὐτὴν διαφυλάττειν, ἐκείνους δ´ ἠξίουν τὴν ταχίστην ἐλθεῖν εἰς τὴν Ἀττικὴν μετὰ πάντων τῶν συμμάχων· πρόδηλον γὰρ εἶναι, διότι Μαρδόνιος, ἠναντιωμένων τῶν Ἀθηναίων αὐτῷ, μετὰ δυνάμεως ἥξει ἐπὶ τὰς Ἀθήνας. ὃ καὶ συνέβη γενέσθαι· ὁ γὰρ Μαρδόνιος ἐν τῇ Βοιωτίᾳ διατρίβων μετὰ τῶν δυνάμεων τὸ μὲν πρῶτον τῶν ἐν Πελοποννήσῳ πόλεων ἐπειρᾶτό τινας ἀφιστάνειν, χρήματα διαπεμπόμενος τοῖς προεστηκόσι τῶν πόλεων, μετὰ δὲ ταῦτα πυνθανόμενος τὴν τῶν Ἀθηναίων ἀπόκρισιν καὶ παροξυνθείς, ἅπασαν ἦγεν ἐπὶ τὴν Ἀττικὴν τὴν δύναμιν· χωρὶς γὰρ τῆς δεδομένης ὑπὸ Ξέρξου στρατιᾶς πολλοὺς ἄλλους αὐτὸς Μαρδόνιος ἐκ τῆς Θρᾴκης καὶ Μακεδονίας καὶ τῶν ἄλλων τῶν συμμαχίδων πόλεων ἠθροίκει, πλείους τῶν εἴκοσι μυριάδων. τηλικαύτης δὲ δυνάμεως προαγούσης εἰς τὴν Ἀττικήν, οἱ μὲν Ἀθηναῖοι βιβλιαφόρους ἀπέστειλαν πρὸς τοὺς Λακεδαιμονίους δεόμενοι βοηθεῖν· βραδυνόντων δὲ αὐτῶν καὶ τῶν βαρβάρων ἐμβαλόντων εἰς τὴν Ἀττικήν, κατεπλάγησαν, καὶ πάλιν ἀναλαβόντες τέκνα καὶ γυναῖκας καὶ τῶν ἄλλων ὅσα δυνατὸν ἦν ταχέως ἀποκομίζειν, ἐξέλιπον τὴν πατρίδα καὶ συνέφυγον πάλιν εἰς τὴν Σαλαμῖνα. ὁ δὲ Μαρδόνιος χαλεπῶς ἔχων πρὸς αὐτούς, τὴν χώραν ἅπασαν κατέφθειρε καὶ τὴν πόλιν κατέσκαψε καὶ τὰ ἱερὰ τὰ καταλελειμμένα παντελῶς ἐλυμήνατο. | 28. Όταν η αποξένωση που είχε επέλθει μεταξύ των Αθηναίων και των υπολοίπων Ελλήνων έγινε ευρέως γνωστή, έφτασαν στην Αθήνα πρέσβεις τόσο από τους Πέρσες όσο και από τους Έλληνες. Αυτοί λοιπόν που είχαν αποσταλεί από τους Πέρσες, είπαν πως ο στρατηγός Μαρδόνιος υποσχόταν στους Αθηναίους ότι, αν πήγαιναν με το μέρος των Περσών, θα τους έδινε όποια περιοχή της Ελλάδας ήθελαν, ότι θα ανοικοδομούσε τα τείχη και τους ναούς και ότι θα επέτρεπε στην πόλη να είναι αυτόνομη. Ενώ εκείνοι που είχαν σταλεί από τους Λακεδαιμονίους τους ζητούσαν να μη δώσουν πίστη στους βαρβάρους, αλλά να διατηρήσουν την εύνοια τους προς τους Έλληνες που ήταν συγγενείς τους και είχαν την ίδια με αυτούς γλώσσα. Οι Αθηναίοι αποκρίθηκαν στους βαρβάρους ότι οι Πέρσες δε διέθεταν ούτε χώρα τέτοια ούτε χρυσάφι τόσο που, αν τα δέχονταν οι Αθηναίοι, θα εγκατέλειπαν τους Έλληνες. Στους Λακεδαιμονίους είπαν ότι την ίδια φροντίδα που είχαν επιδείξει στο παρελθόν για την Ελλάδα, θα προσπαθούσαν να τη διατηρήσουν και στο εξής, και ότι από εκείνους ζητούσαν να έρθουν το συντομότερο στην Αττική μαζί με όλους τους συμμάχους, γιατί ήταν ολοφάνερο ότι ο Μαρδόνιος, τώρα που οι Αθηναίοι του είχαν εναντιωθεί, θα ερχόταν με στρατό στην Αθήνα. Κι έτσι κι έγινε. Ο Μαρδόνιος, που παρέμενε στη Βοιωτία με τις δυνάμεις του, επιχείρησε αρχικά να κάνει μερικές από τις πόλεις της Πελοποννήσου να αποστατήσουν στέλνοντας χρήματα στους προεστούς των πόλεων, αλλά στη συνέχεια, μαθαίνοντας την απόκριση των Αθηναίων, εξοργισμένος οδήγησε όλο του τον στρατό εναντίον της Αττικής. Πέρα από την στρατιά που του είχε δώσει ο Ξέρξης, ο ίδιος ο Μαρδόνιος είχε συγκεντρώσει από τη Θράκη και τη Μακεδονία και από τις άλλες συμμαχικές πόλεις, περισσότερους από διακόσιες χιλιάδες άνδρες. Με την προέλαση μιας τόσο μεγάλης δύναμης στην Αττική, οι Αθηναίοι έστειλαν γραμματοκομιστές προς τους Λακεδαιμονίους ζητώντας τους να τους βοηθήσουν. Καθώς όμως αυτοί καθυστερούσαν και οι βάρβαροι εισέβαλλαν στην Αττική, τρομοκρατήθηκαν. Για μια ακόμη φορά πήραν τα παιδιά και τις γυναίκες τους και ό,τι άλλο ήταν δυνατόν να σηκώσουν στη βιασύνη τους, εγκατέλειψαν την πατρίδα τους και κατέφυγαν όλοι μαζί ξανά στη Σαλαμίνα. Ο Μαρδόνιος θυμωμένος πολύ μαζί τους αφάνισε όλη την περιοχή και ισοπέδωσε την πόλη, ενώ τα ιερά που είχαν απομείνει τα κατέστρεψε ολοκληρωτικά. |
[11,29] Ἐπανελθόντος δὲ εἰς τὰς Θήβας τοῦ Μαρδονίου μετὰ τῆς δυνάμεως, ἔδοξε τοῖς συνέδροις τῶν Ἑλλήνων παραλαβεῖν τοὺς Ἀθηναίους, καὶ πανδημεὶ προελθόντας εἰς τὰς Πλαταιὰς διαγωνίσασθαι περὶ τῆς ἐλευθερίας, εὔξασθαι δὲ καὶ τοῖς θεοῖς, ἐὰν νικήσωσιν, ἄγειν κατὰ ταύτην τὴν ἡμέραν τοὺς Ἕλληνας ἐλευθέρια κοινῇ, καὶ τὸν ἐλευθέριον ἀγῶνα συντελεῖν ἐν ταῖς Πλαταιαῖς. συναχθέντων δὲ τῶν Ἑλλήνων εἰς τὸν Ἰσθμόν, ἐδόκει τοῖς πᾶσιν ὅρκον ὀμόσαι περὶ τοῦ πολέμου, τὸν στέξοντα μὲν τὴν ὁμόνοιαν αὐτῶν, ἀναγκάσοντα δὲ γενναίως τοὺς κινδύνους ὑπομένειν. ὁ δὲ ὅρκος ἦν τοιοῦτος· οὐ ποιήσομαι περὶ πλείονος τὸ ζῆν τῆς ἐλευθερίας, οὐδὲ καταλείψω τοὺς ἡγεμόνας οὔτε ζῶντας οὔτε ἀποθανόντας, ἀλλὰ τοὺς ἐν τῇ μάχῃ τελευτήσαντας τῶν συμμάχων πάντας θάψω, καὶ κρατήσας τῷ πολέμῳ τῶν βαρβάρων οὐδεμίαν τῶν ἀγωνισαμένων πόλεων ἀνάστατον ποιήσω, καὶ τῶν ἱερῶν τῶν ἐμπρησθέντων καὶ καταβληθέντων οὐδὲν ἀνοικοδομήσω, ἀλλ´ ὑπόμνημα τοῖς ἐπιγινομένοις ἐάσω καὶ καταλείψω τῆς τῶν βαρβάρων ἀσεβείας. τὸν δὲ ὅρκον ὀμόσαντες ἐπορεύθησαν ἐπὶ τὴν Βοιωτίαν διὰ τοῦ Κιθαιρῶνος, καὶ πρὸς τὰς ὑπωρείας καταντήσαντες πλησίον τῶν Ἐρυθρῶν, αὐτοῦ κατεστρατοπέδευσαν. ἡγεῖτο δὲ τῶν μὲν Ἀθηναίων Ἀριστείδης, τῶν δὲ συμπάντων Παυσανίας, ἐπίτροπος ὢν τοῦ Λεωνίδου παιδός. | 29. Όταν ο Μαρδόνιος ξαναγύρισε στις Θήβες με το στρατό του, οι Έλληνες σύνεδροι αποφάσισαν να παραλάβουν τους Αθηναίους και, βγαίνοντας όλοι μαζί στις Πλαταιές, να αγωνιστούν μέχρι τέλους για την ελευθερία. Αποφάσισαν επίσης να κάνουν όρκο στους θεούς ότι, αν νικήσουν, θα τελούν εκείνη την ημέρα οι Έλληνες από κοινού τη γιορτή της Ελευθερίας και θα οργανώσουν τους αγώνες της ελευθερίας στις Πλαταιές. Όταν οι Έλληνες συγκεντρώθηκαν στον Ισθμό, αποφάσισαν να δώσουν όλοι όρκο σχετικά με τον πόλεμο, που θα προστάτευε την ομόνοια μεταξύ τους και θα τους ανάγκαζε να υπομείνουν γενναία τους κινδύνους. Ο όρκος ήταν ο εξής: «Δε θα θεωρήσω πιο σημαντική τη ζωή από την ελευθερία ούτε θα εγκαταλείψω τους αρχηγούς, είτε ζωντανούς είτε πεθαμένους, και θα θάψω όλους τους συμμάχους που θα έχουν πεθάνει στη μάχη. Αν επικρατήσω των βαρβάρων στον πόλεμο, δεν θα ερημώσω καμιά από τις πόλεις που συμμετείχαν στον αγώνα και δε θα ανοικοδομήσω κανένα από τα ιερά που πυρπολήθηκαν ή γκρεμίστηκαν, αλλά θα τα αφήσω και θα τα παραδώσω στους μεταγενέστερους ως υπενθύμιση της ασέβειας των βαρβάρων». Αφού έδωσαν τον όρκο, πορεύτηκαν προς τη Βοιωτία μέσω του Κιθαιρώνα και αφού κατέβηκαν προς τις υπώρειες κοντά στις Ερυθρές, έστησαν εκεί το στρατόπεδό τους. Αρχηγός των Αθηναίων ήταν ο Αριστείδης, ενώ γενικός αρχηγός όλων ήταν ο Παυσανίας, που ήταν επίτροπος του γιου του Λεωνίδα. |
[11,30] Μαρδόνιος δὲ πυθόμενος τὴν τῶν πολεμίων δύναμιν προάγειν ἐπὶ Βοιωτίας, προῆλθεν ἐκ τῶν Θηβῶν· καὶ παραγενόμενος ἐπὶ τὸν Ἀσωπὸν ποταμὸν ἔθετο παρεμβολήν, ἣν ὠχύρωσε τάφρῳ βαθείᾳ καὶ τείχει ξυλίνῳ περιέλαβεν. ἦν δὲ ὁ σύμπας ἀριθμὸς τῶν μὲν Ἑλλήνων εἰς δέκα μυριάδας, τῶν δὲ βαρβάρων εἰς πεντήκοντα. πρῶτοι δὲ κατήρξαντο μάχης οἱ βάρβαροι νυκτὸς ἐκχυθέντες ἐπ´ αὐτοὺς καὶ πᾶσι τοῖς ἱππεῦσι πρὸς τὴν στρατοπεδείαν ἐπελάσαντες. τῶν δὲ Ἀθηναίων προαισθομένων καὶ συντεταγμένῃ τῇ στρατιᾷ τεθαρρηκότως ἀπαντώντων, συνέβη καρτερὰν γενέσθαι μάχην. τέλος δὲ τῶν Ἑλλήνων οἱ μὲν ἄλλοι πάντες τοὺς καθ´ αὑτοὺς ταχθέντας τῶν βαρβάρων ἐτρέψαντο, μόνοι δὲ Μεγαρεῖς πρός τε τὸν ἵππαρχον καὶ τοὺς ἀρίστους τῶν Περσῶν ἱππεῖς ἀνθεστῶτες, καὶ πιεζόμενοι τῇ μάχῃ, τὴν μὲν τάξιν οὐ κατέλιπον, πρὸς δὲ τοὺς Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους πέμψαντές τινας ἐξ αὐτῶν ᾔτουν κατὰ τάχος βοηθῆσαι. Ἀριστείδου δὲ τοὺς περὶ αὐτὸν τῶν Ἀθηναίων ταχέως ἀποστείλαντος τοὺς ἐπιλέκτους, συστραφέντες οὗτοι καὶ προσπεσόντες τοῖς βαρβάροις τοὺς μὲν Μεγαρεῖς ἐξείλοντο τῶν κινδύνων τῶν ἐπικειμένων, τῶν δὲ Περσῶν αὐτόν τε τὸν ἵππαρχον καὶ πολλοὺς ἄλλους ἀποκτείναντες τοὺς λοιποὺς ἐτρέψαντο. οἱ μὲν οὖν Ἕλληνες, ὡσπερεί τινι προαγῶνι λαμπρῶς προτερήσαντες, εὐέλπιδες ἐγένοντο περὶ τῆς ὁλοσχεροῦς νίκης· μετὰ δὲ ταῦτα ἐκ τῆς ὑπωρείας μετεστρατοπέδευσαν εἰς ἕτερον τόπον εὐθετώτερον πρὸς τὴν ὁλοσχερῆ νίκην. ἦν γὰρ ἐκ μὲν τῶν δεξιῶν γεώλοφος ὑψηλός, ἐκ δὲ τῶν εὐωνύμων ὁ Ἀσωπὸς ποταμός· τὸν δ´ ἀνὰ μέσον τόπον ἐπεῖχεν ἡ στρατοπεδεία, πεφραγμένη τῇ φύσει καὶ ταῖς τῶν τόπων ἀσφαλείαις. τοῖς μὲν οὖν Ἕλλησιν ἐμφρόνως βουλευσαμένοις πολλὰ συνεβάλετο πρὸς τὴν νίκην ἡ τῶν τόπων στενοχωρία· οὐ γὰρ ἦν ἐπὶ πολὺ μῆκος παρεκτείνειν τὴν φάλαγγα τῶν Περσῶν, ὥστε ἀχρήστους εἶναι συνέβαινε τὰς πολλὰς μυριάδας τῶν βαρβάρων. διόπερ οἱ περὶ τὸν Παυσανίαν καὶ Ἀριστείδην θαρρήσαντες τοῖς τόποις προῆγον τὴν δύναμιν εἰς τὴν μάχην, καὶ συντάξαντες ἑαυτοὺς οἰκείως τῆς περιστάσεως ἦγον ἐπὶ τοὺς πολεμίους. |
[11,31] Μαρδόνιος δὲ συναναγκαζόμενος βαθεῖαν ποιῆσαι τὴν φάλαγγα, διέταξε τὴν δύναμιν ὅπως ποτ´ ἔδοξεν αὐτῷ συμφέρειν, καὶ μετὰ βοῆς ἀπήντησε τοῖς Ἕλλησιν. ἔχων δὲ περὶ αὐτὸν τοὺς ἀρίστους πρῶτος ἐνέβαλεν εἰς τοὺς ἀντιτεταγμένους Λακεδαιμονίους, καὶ γενναίως ἀγωνισάμενος πολλοὺς ἀνεῖλε τῶν Ἑλλήνων· ἀντιταχθέντων δὲ τῶν Λακεδαιμονίων εὐρώστως, καὶ πάντα κίνδυνον ὑπομενόντων προθύμως, πολὺς ἐγίνετο φόνος τῶν βαρβάρων. ἕως μὲν οὖν συνέβαινε τὸν Μαρδόνιον μετὰ τῶν ἐπιλέκτων προκινδυνεύειν, εὐψύχως ὑπέμενον τὸ δεινὸν οἱ βάρβαροι· ἐπεὶ δ´ ὅ τε Μαρδόνιος ἀγωνιζόμενος ἐκθύμως ἔπεσε καὶ τῶν ἐπιλέκτων οἱ μὲν ἀπέθανον, οἱ δὲ κατετρώθησαν, ἀνατραπέντες ταῖς ψυχαῖς πρὸς φυγὴν ὥρμησαν. ἐπικειμένων δὲ τῶν Ἑλλήνων, οἱ μὲν πλείους τῶν βαρβάρων εἰς τὸ ξύλινον τεῖχος συνέφυγον, τῶν δ´ ἄλλων οἱ μὲν μετὰ Μαρδονίου ταχθέντες Ἕλληνες εἰς τὰς Θήβας ἀνεχώρησαν, τοὺς δὲ λοιποὺς ὄντας πλείους τῶν τετρακισμυρίων ἀναλαβὼν Ἀρτάβαζος, ἀνὴρ παρὰ Πέρσαις ἐπαινούμενος, εἰς θάτερον μέρος ἔφυγε, καὶ σύντονον τὴν ἀναχώρησιν ποιησάμενος προῆγεν ἐπὶ τῆς Φωκίδος.
[11,32] Τοῦτον δὲ τὸν τρόπον ἐν τῇ φυγῇ τῶν βαρβάρων σχισθέντων, ὁμοίως καὶ τὸ τῶν Ἑλλήνων πλῆθος διεμερίσθη· Ἀθηναῖοι μὲν γὰρ καὶ Πλαταιεῖς καὶ Θεσπιεῖς τοὺς ἐπὶ Θηβῶν ὁρμήσαντας ἐδίωξαν, Κορίνθιοι δὲ καὶ Σικυώνιοι καὶ Φλιάσιοι καί τινες ἕτεροι τοῖς μετὰ Ἀρταβάζου φεύγουσιν ἐπηκολούθησαν, Λακεδαιμόνιοι δὲ μετὰ τῶν λοιπῶν τοὺς εἰς τὸ ξύλινον τεῖχος καταφυγόντας διώξαντες ἐπόρθησαν προθύμως. οἱ δὲ Θηβαῖοι δεξάμενοι τοὺς φεύγοντας καὶ προσαναλαβόντες ἐπέθεντο τοῖς διώκουσιν Ἀθηναίοις· γενομένης δὲ πρὸ τῶν τειχῶν καρτερᾶς μάχης, καὶ τῶν Θηβαίων λαμπρῶς ἀγωνισαμένων, ἔπεσον μὲν οὐκ ὀλίγοι παρ´ ἀμφοτέροις, τὸ δὲ τελευταῖον βιασθέντες ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων, συνέφυγον πάλιν εἰς τὰς Θήβας. μετὰ δὲ ταῦτα οἱ μὲν Ἀθηναῖοι πρὸς τοὺς Λακεδαιμονίους ἀποχωρήσαντες, μετὰ τούτων ἐτειχομάχουν πρὸς τοὺς καταφυγόντας εἰς τὴν παρεμβολὴν τῶν Περσῶν· μεγάλου δὲ ἀγῶνος ἐξ ἀμφοτέρων γενομένου, καὶ τῶν μὲν βαρβάρων ἐκ τόπων ὠχυρωμένων καλῶς ἀγωνισαμένων, τῶν δ´ Ἑλλήνων βίαν προσαγόντων τοῖς ξυλίνοις τείχεσι, πολλοὶ μὲν παραβόλως ἀγωνιζόμενοι κατετιτρώσκοντο, οὐκ ὀλίγοι δὲ καὶ τῷ πλήθει τῶν βελῶν διαφθειρόμενοι τὸν θάνατον εὐψύχως ὑπέμενον. οὐ μήν γε τὴν ὁρμὴν καὶ βίαν τῶν Ἑλλήνων ἔστεγεν οὔτε τὸ κατεσκευασμένον τεῖχος οὔτε τὸ πλῆθος τῶν βαρβάρων, ἀλλ´ ἅπαν τὸ ἀντιτεταγμένον ὑπείκειν ἠναγκάζετο· ἡμιλλῶντο γὰρ πρὸς ἀλλήλους οἱ τῆς Ἑλλάδος ἡγούμενοι Λακεδαιμόνιοι καὶ Ἀθηναῖοι, μεμετεωρισμένοι μὲν ταῖς προγεγενημέναις νίκαις, πεποιθότες δὲ ταῖς ἑαυτῶν ἀρεταῖς. τέλος δὲ κατὰ κράτος ἁλόντες οἱ βάρβαροι, δεόμενοι ζωγρεῖν οὐδενὸς ἐτύγχανον ἐλέου. ὁ γὰρ στρατηγὸς τῶν Ἑλλήνων Παυσανίας ὁρῶν τοῖς πλήθεσιν ὑπερέχοντας τοὺς βαρβάρους, εὐλαβεῖτο μή τι παράλογον γένηται, πολλαπλασίων ὄντων τῶν βαρβάρων· διὸ καὶ παραγγείλαντος αὐτοῦ μηδένα ζωγρεῖν, ταχὺ πλῆθος ἄπιστον νεκρῶν ἐγένετο. τέλος δὲ οἱ Ἕλληνες ὑπὲρ τὰς δέκα μυριάδας τῶν βαρβάρων κατακόψαντες μόγις ἐπαύσαντο τοῦ κτείνειν τοὺς πολεμίους. 32. Καθώς οι βάρβαροι χωρίστηκαν μ’ αυτό τον τρόπο κατά τη φυγή τους, με τον ίδιο τρόπο μοιράστηκαν και οι Έλληνες. Γιατί οι Αθηναίοι, οι Πλαταιείς και οι Θεσπιείς όρμησαν εναντίον αυτών που κατευθύνονταν στις Θήβες και τους καταδίωξαν, οι Κορίνθιοι, οι Σικυώνιοι, οι Φλιάσιοι και μερικοί άλλοι, ακολούθησαν κατά πόδας εκείνους που είχαν τραπεί σε φυγή με τον Αρτάβαζο, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι μαζί με τους υπόλοιπους, αφού καταδίωξαν όσους είχαν καταφύγει στο ξύλινο τείχος, τους εξολόθρευσαν με ζήλο. Οι Θηβαίοι δέχτηκαν τους φυγάδες και, αφού τους πρόσθεσαν στις δυνάμεις τους, επιτέθηκαν στους Αθηναίους που τους καταδίωκαν. Ακολούθησε κρατερή μάχη μπροστά στα τείχη και μετά από λαμπρό αγώνα των Θηβαίων, έπεσαν όχι και λίγοι και από τις δυο πλευρές, αλλά τελικά, μετά από ισχυρή πίεση των Αθηναίων, κατέφυγαν πάλι όλοι μαζί στις Θήβες. Μετά από αυτά, οι Αθηναίοι αποχώρησαν προς τους Λακεδαιμονίους και επιτέθηκαν μαζί τους στα τείχη εναντίον των Περσών που είχαν καταφύγει στο στρατόπεδο. Επακολούθησε μεγάλος αγώνας και από τις δυο πλευρές, και οι μεν βάρβαροι αγωνίστηκαν γενναία από οχυρωμένες θέσεις, ενώ από τους Έλληνες που επιτίθονταν στα ξύλινα τείχη, πολλοί, αγωνιζόμενοι ριψοκίνδυνα, δέχτηκαν πολλά τραύματα και, ουκ ολίγοι που σκοτώνονταν από το πλήθος των βελών υπέμεναν τον θάνατο με ευψυχία. Ωστόσο, την ορμή και τη βία των Ελλήνων δεν άντεξε ούτε το κατασκευασμένο τείχος ούτε το πλήθος των βαρβάρων, και κάθε είδους αντίσταση υποχρεώθηκε να ενδώσει, γιατί συναγωνίζονταν μεταξύ τους οι πρώτοι της Ελλάδας, οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αθηναίοι, που είχαν αποκτήσει έπαρση από τις προηγούμενες νίκες τους και είχαν εμπιστοσύνη στην ανδρεία τους. Τέλος, οι βάρβαροι νικήθηκαν κατά κράτος και, μολονότι παρακαλούσαν να πιαστούν αιχμάλωτοι, δεν βρήκαν έλεος. Γιατί ο στρατηγός των Ελλήνων, ο Παυσανίας, βλέποντας πόσο υπερείχαν σε πλήθος οι βάρβαροι, φυλαγόταν μήπως συμβεί κάτι απροσδόκητο, μια που οι βάρβαροι ήταν πολύ περισσότεροι αριθμητικά. Γι’ αυτό, έχοντας δώσει εντολή να μην πιαστεί κανείς αιχμάλωτος, πολύ γρήγορα το πλήθος των νεκρών ήταν απίστευτο. Τελικά, οι Έλληνες, αφού κατέσφαξαν πάνω από εκατό χιλιάδες βαρβάρους, με κόπο κατάφεραν να πάψουν να σκοτώνουν τους εχθρούς.[11,33] Τοιοῦτον δὲ πέρας τῆς μάχης λαβούσης, οἱ μὲν Ἕλληνες τοὺς πεσόντας ἔθαψαν, ὄντας πλείους τῶν μυρίων. διελόμενοι δὲ τὰ λάφυρα κατὰ τὸν τῶν στρατιωτῶν ἀριθμὸν τὴν περὶ τῶν ἀριστείων κρίσιν ἐποιήσαντο, καὶ χάριτι δουλεύσαντες ἔκριναν ἀριστεῦσαι πόλιν μὲν Σπάρτην, ἄνδρα δὲ Παυσανίαν τὸν Λακεδαιμόνιον. Ἀρτάβαζος δ´ ἔχων τῶν φευγόντων Περσῶν εἰς τετρακισμυρίους, καὶ διὰ τῆς Φωκίδος εἰς Μακεδονίαν πορευθείς, ὀξυτάταις πορείαις ἐχρῆτο, καὶ ἐσώθη μετὰ τῶν στρατιωτῶν εἰς τὴν Ἀσίαν. οἱ δ´ Ἕλληνες ἐκ τῶν λαφύρων δεκάτην ἐξελόμενοι κατεσκεύασαν χρυσοῦν τρίποδα, καὶ ἀνέθηκαν εἰς Δελφοὺς χαριστήριον τῷ θεῷ, ἐπιγράψαντες ἐλεγεῖον τόδε,
Ἑλλάδος εὐρυχόρου σωτῆρες τόνδ´ ἀνέθηκαν,
δουλοσύνης στυγερᾶς ῥυσάμενοι πόλιας.
ἐπέγραψαν δὲ καὶ τοῖς ἐν Θερμοπύλαις ἀποθανοῦσι Λακεδαιμονίοις κοινῇ μὲν ἅπασι τόδε,
μυριάσιν ποτὲ τῇδε διηκοσίαις ἐμάχοντο
ἐκ Πελοποννήσου χιλιάδες τέτορες,
ἰδίᾳ δὲ αὐτοῖς τόδε,
ὦ ξεῖν´, ἄγγειλον Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα
τοῖς κείνων πειθόμενοι νομίμοις.
ὁμοίως δὲ καὶ ὁ τῶν Ἀθηναίων δῆμος ἐκόσμησε τοὺς τάφους τῶν ἐν τῷ Περσικῷ πολέμῳ τελευτησάντων, καὶ τὸν ἀγῶνα τὸν ἐπιτάφιον τότε πρῶτον ἐποίησε, καὶ νόμον ἔθηκε λέγειν ἐγκώμια τοῖς δημοσίᾳ θαπτομένοις τοὺς προαιρεθέντας τῶν ῥητόρων. μετὰ δὲ ταῦτα Παυσανίας μὲν ὁ στρατηγὸς ἀναλαβὼν τὴν δύναμιν ἐστράτευσεν ἐπὶ τὰς Θήβας, καὶ τοὺς αἰτίους τῆς πρὸς Πέρσας συμμαχίας ἐξῄτει πρὸς τὴν τιμωρίαν· τῶν δὲ Θηβαίων καταπεπληγμένων τό τε πλῆθος τῶν πολεμίων καὶ τὰς ἀρετάς, οἱ μὲν αἰτιώτατοι τῆς ἀπὸ τῶν Ἑλλήνων ἀποστάσεως ἑκουσίως ὑπομείναντες τὴν παράδοσιν ἐκολάσθησαν ὑπὸ τοῦ Παυσανίου καὶ πάντες ἀνῃρέθησαν.
Οι σωτήρες της πλατιάς Ελλάδας αφιέρωσαν τούτο τον τρίποδα,
αφού ελευθέρωσαν τις πόλεις από τη στυγερή σκλαβιά.
Αφιέρωσαν επίσης επιτύμβια επιγράμματα για τους Λακεδαιμονίους που έπεσαν στις Θερμοπύλες, για όλους μαζί το εξής:
Εδώ κάποτε διακόσιες μυριάδες εχθρών πολέμησαν
τέσσερις χιλιάδες άντρες από την Πελοπόννησο.
Και ιδιαίτερα για τους Λακεδαιμονίους:
Ξένε, ανάγγειλε στους Λακεδαιμονίους ότι εδώ είμαστε πεσμένοι,
πιστοί στους δικούς τους νόμους.
Με όμοιο τρόπο, ο δήμος των Αθηναίων, στόλισε τους τάφους εκείνων που πέθαναν στον Περσικό πόλεμο, τέλεσε για πρώτη φορά τους επιτάφιους αγώνες και ψήφισε νόμο να εκφωνούνται εγκώμια για εκείνους που θάβονταν με δημόσια δαπάνη, από προεπιλεγμένους ρήτορες. Μετά από αυτά, ο στρατηγός Παυσανίας πήρε το στράτευμα και εκστράτευσε εναντίον των Θηβών, όπου απαίτησε να εκδοθούν οι αίτιοι της συμμαχίας με τους Πέρσες για να τιμωρηθούν. Οι Θηβαίοι ήταν τόσο τρομαγμένοι από το πλήθος των αντιπάλων και από την ανδρεία τους στη μάχη, ώστε οι κύριοι αίτιοι για την αποστασία από τους Έλληνες, αφού δέχτηκαν εκούσια την παράδοση τους, τιμωρήθηκαν από τον Παυσανία και εκτελέστηκαν όλοι. (4062)
4,668 total views, 1 views today